Το Ιουλιανό Ημερολόγιο οφείλει την ονομασία του στον Ιούλιο Καίσαρα, ο οποίος προσπάθησε με την δημιουργία ενός νέου ημερολογίου, να επιλύσει τα προβλήματα που είχαν δημιουργηθεί στο ρωμαϊκό κράτος με την εφαρμογή των έως τότε ημερολογίων. Η πρώτη απόπειρα κατασκευής ημερολογίου είχε γίνει από τον Ρωμύλο 753-715 π.Χ, και το αντικατέστησε ο Πομπήϊος Νουμάς (714-671 π.Χ.).
Το ημερολόγιο του Ρωμύλου αποτελούταν από 304 ημέρες, και περιλάμβανε 10 μήνες, εκ των οποίων οι τέσσερις είχαν 31 ημέρες και οι υπόλοιποι έξι τριάντα. Λόγω της ατέλειας του ημερολογίου σύντομα ο Πομπήϊος Νουμάς πρόσθεσε 51 ημέρες στο ημερολόγιο έτσι ώστε το νέο ημερολόγιο να αποτελείται από 355 ημέρες, διαιρούμενο από 12 μήνες. Αλλά και το νέο αυτό ημερολόγιο ήταν ατελές και δημιούργησε πολλά προβλήματα στο κράτος έως την εποχή του Ιουλίου Καίσαρα, ο οποίος κλήθηκε να επίλυση το πρόβλημα.
Ο καθορισμός του Ιουλιανού ημερολογίου έγινε με βάση τις οδηγίες του Αλεξανδρινού Έλληνα αστρονόμου Σωσιγένη, ο οποίος πρότεινε να προστεθούν 90 μέρες στο έτος. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η 1η Μαρτίου να αντικατασταθεί από την 1η Ιανουαρίου του έτους 45 π.Χ. Το μέγεθος της "ζημιάς", που είχε προκληθεί από τα παλαιά ημερολόγια, φαινόταν κυρίως από το πόσο "έξω έπεφτε" το ημερολόγιο στον υπολογισμό της εαρινής ισημερίας, αλλά και στις εποχές του χρόνου γενικότερα. Το Ιουλιανό ημερολόγιο ήταν ηλιακό (τροπικό), ενώ το προηγούμενο(όπως και τα περισσότερα παγανιστικά ημερολόγια) ήταν σεληνιακό. (Στην αρχαία Αθήνα για παράδειγμα χρησιμοποιούσαν σεληνιακό ημερολόγιο που περιελάμβανε 6 μήνες των 30ημερών και 6 μήνες των 29 ημερών σύνολο 354 ημερών).
Το νέο ημερολόγιο προσδιόρισε τις ημέρες του έτους σε 365,25. Κάθε τέσσερα χρόνια η 0,25 ημέρα αθροιζόμενη έδινε μία πρόσθετη ημέρα, έτσι το έτος με την επιπλέον ημέρα ονομάστηκε "δίσεκτο". Το Ιουλιανό ημερολόγιο μείωσε τα προβλήματα, η κακή του όμως εφαρμογή γρήγορα πρόσθεσε μέσα σε 36 χρόνια 12 αντί 9 εμβόλιμων ημερών
Το πρόβλημα λύθηκε από τον αυτοκράτορα Αύγουστο, ο οποίος με διάταγμα καθόρισε να μην υπάρξουν εμβόλιμες ημέρες για τρεις συνεχόμενες τετραετίες. Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να σημειώσουμε την αλλαγή που έγινε για τον εορτασμό του νέου έτους , με την καθιέρωση του νέου ημερολογίου.
Οι εορτές του νέου έτους στις "παγανιστικές κοινωνίες", εορτάζονταν έως τότε από την 25η Μαρτίου έως την 1η Απριλίου, καθώς η εποχή αυτή χαρακτηρίζει την αναγέννηση της φύσης. Οι Ρωμαίοι συνέχισαν να εορτάζουν τον Μάρτιο το νέο έτος, αλλά το 154 π.χ και με τις αλλαγές των ημερολογίων, υιοθετήθηκε ως ημέρα εορτής του νέου έτους η 1η του Ιανουαρίου. Η αλλαγή αυτή της ημερομηνίας ήταν δύσκολο να γίνει αποδεκτή από τον κόσμο και αυτό διότι η 1η Ιανουαρίου δεν συνέπεφτε με κάποια ιδιαίτερη αγροτική ή άλλη παράδοση. Ο Ιανουάριος ονομάστηκε έτσι εξαιτίας του Θεού Ιανού ο οποίος είχε δύο πρόσωπα το ένα κοίταγε το παρελθόν και το άλλο το μέλλον. Το 525 μ. χ η Χριστιανική εκκλησία καταδικάζει ανάμεσα σε άλλα το έθιμο της πρωτοχρονιάς ως "ειδωλολατρικό", κάτι που ίσχυε έως τον μεσαίωνα. Ο Ιανουάριος καθιερώθηκε ως αρχή του έτους στον Δυτικό κόσμο μετά το 1500 μ. Χ, όπως θα δούμε και παρακάτω.
Και με την εφαρμογή του Ιουλιανού ημερολογίου όμως τα προβλήματα δεν λύθηκαν.
Από την 21η Μαρτίου 45 π.Χ. και έως το 1582 μ.Χ, και λόγω των "εμβόλιμων ημερών", η εαρινή ισημερία είχε "μετατοπιστεί" στις 11 Μαρτίου. Το πρόβλημα προσπάθησε να το αντιμετωπίσει το 1582 ο Πάπας Γρηγόριος ΙΓΔ (1502-1585) ακολουθώντας τις οδηγίες της Συνόδου του Τρέντο, με βάση τις μετατροπές που του πρότεινε ο Βαυαρός αστρονόμος Hristoph Clavius (1537-1612). Έτσι στις 4 Οκτωβρίου του 1582 προστέθηκαν 10 ημέρες, ώστε την επομένη ημέρα αντί να ξημερώσει η 5η πλασματικά να ξημερώσει η 15η Οκτωβρίου. Το πρόβλημα όμως δεν λυνόταν μόνο με τις 10 ημέρες έτσι αποφασίστηκε τα έτη που λήγουν σε δύο μηδενικά 00 και που δεν διαιρούνται ακριβώς με το 400 ότι δεν θα είναι δίσεκτα. Με τον τρόπο αυτό υπάρχουν μόνο 97 δίσεκτα έτη σε κάθε 400 χρόνια. Το Γρηγοριανό ημερολόγιο, όπως ονομάστηκε, υιοθετήθηκε αμέσως από πολλά καθολικά κράτη, ενώ αντίθετα τα προτεσταντικά προτίμησαν να το κρατήσουν για πολλά χρόνια μακριά.
Η Γερμανία υιοθέτησε την 1η Ιανουαρίου έως ημέρα εορτασμού του νέου έτους το 1700 μ. Χ, η μεγάλη Βρετανία το 1752 μ. Χ, η Σουηδία το 1753μ. Χ, η Ιαπωνία το 1873 μ. Χ and China in 1912 μ. Χ .
Η Ανατολική εκκλησία το 1924μ.Χ και η Ρωσία το 1927 μ.Χ. (Το πρόβλημα του ημερολογίου έχει δημιουργήσει "σχίσμα" στην Ορθόδοξη εκκλησία, δημιουργώντας δύο εκκλησίες, την παλαιά (παλαιο-ημερολογήτες) που ακολουθεί το "παλαιό" Ιουλιανό ημερολόγιο και την "επίσημη" που ακολουθεί το "νέο" Γρηγοριανό).
Το έθιμο του "πρωταπριλιάτικου ψέματος", έχει τις ρίζες του σύμφωνα με την επικρατέστερη εκδοχή στην αλλαγή του ημερολογίου. Πιο συγκεκριμένα το "πρωταπριλιάτικο ψέμα" το οφείλουμε όπως πιστεύεται στους Γάλλους και συγκεκριμένα στον βασιλιά Κάρολο τον 9ο. Επί της βασιλείας του (1564), και με την αντικατάσταση υιοθέτηση του Ιουλιανού ημερολογίου με το Γρηγοριανό, αποφασίστηκε η πρώτη ημέρα του χρόνου που έως τότε εορταζόταν την 1η Απριλίου, να εορτάζεται την 1η Ιανουαρίου. (Κάτι που είχε αρχίσει όπως είδαμε παραπάνω από το 45 π.χ. ) Πολλοί όμως δεν δέχθηκαν την αλλαγή αυτή της ημερομηνίας του εορτασμού κυρίως οι άνθρωποι της υπαίθρου , συνεχίζοντας να εορτάζουν ως ημέρα αλλαγή του έτους και να στέλνουν δώρα την πρώτη του Απρίλη. Αυτό προκάλεσε τον χλευασμό των αστών αποκαλώντας τους "παλαιομοδίτες", στέλνοντας τους δώρα και προσκλήσεις σε ανύπαρκτες γιορτές. Το έθιμο της "κοροϊδίας" μεταφέρθηκε και στην Αγγλία του 18ου αιώνα και από κει στην Αμερική και τον υπόλοιπο κόσμο. Έτσι το έθιμο της πρωταπριλιάς καθιερώθηκε σ' όλο τον κόσμο ως μια ευκαιρία για φάρσες και ψέματα.
Το Γρηγοριανό ημερολόγιο έχει και αυτό τις ατέλειές του, υπάρχει η απώλεια μιας ημέρας κάθε 2.500 χρόνια..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου