Καλή χρονιά, λοιπόν. Καλή χρονιά που καλό είναι να ξεκινά με μια αναλυτική επισκόπιση της προηγούμενης.
Το 2012 θα μείνει στην παγκόσμια οικονομική ιστορία ως η χρονιά που:
• Η Ευρώπη βυθίστηκε, ξανά, στην ύφεση (για δεύτερη φορά μετά το 2009).
• Η Αμερική μόλις που απέφυγε την βύθιση σε αντίστοιχη ύφεση (καθώς το Fed παρείχε κάθε μήνα πάνω από $40 δις φρέσκιας ρευστότητας στο χρηματοπιστωτικό σύστημα).
• Η Κίνα (στην βάση γιγάντιων τονωτικών ενέσεων, υπό την μορφή δημοσίων επενδύσεων) διατήρησε την ελάχιστη μεγέθυνση που της εξασφαλίζει την συγκράτηση των κοινωνικών συγκρούσεων, με αντίτιμο όμως (α) την κατάρρευση του ποσοστού κατανάλωσης (στο 27% του ΑΕΠ – κάτι που καθιστά την χώρα ανίκανη να προσφέρει αρκετή ζήτηση στον υπόλοιπο κόσμο) και (β) την δημιουργία επικίνδυνης φούσκας στην αγορά ακινήτων (που απειλεί την Κίνα με μια Κρίση όπως εκείνη της Ιαπωνίας ή της Ν. Κορέας της δεκαετίας του 1990).
• Η πολλά υποσχόμενη Βραζιλία επλήγη από τον ακήρυκτο νομισματικό πόλεμο που αποτελεί απόρροια της «ποσοτικής χαλάρωσης» εκ μέρους χωρών όπως οι ΗΠΑ, η Βρετανία, η Σκανδιναβία και η Ιαπωνία.
• Η Ινδία και η Αργεντινή έπεσαν, για διαφορετικούς λόγους, σε οικονομικό τέλμα.
• Η οικονομία της Β. Αφρικής υποχώρησε λόγω της Αραβικής Άνοιξης, την ώρα που η υποσαχάρια Αφρική κατάφερε να αναπτυχθεί σημαντικά, παρά τις πολύ κακές παγκόσμιες συνθήκες, ξεκινώντας βέβαια από πολύ χαμηλό επίπεδο (και ελέω μεγάλων Κινεζικών επενδύσεων).
Σε γενικές γραμμές, το 2012 θα καταγραφεί ως άλλη μια χρονιά εξέλιξης της παγκόσμιας Κρίσης που μας χάρισε το 2008. Στρεφόμενοι στην δική μας, την ευρωπαϊκή, έκφανση της Κρίσης, το 2012 θα το θυμόμαστε για δύο (φαινομενικά αντιφατικούς μεταξύ τους) λόγους:
• Ήταν η χρονιά που η διαδικασία αποδόμησης της Ευρωζώνης έφτασε το κρεσέντο της, με τα επιτόκια δανεισμού της Ισπανίας και της Ιταλίας να χτυπήσουν «κόκκινο», την μαζική έξοδο κεφαλαίων από την Περιφέρεια προς τις τράπεζες Γερμανίας, Ελβετίας, Λονδίνου και Ν. Υόρκης, την ρευστοποίηση επιχειρήσεων και περιουσιακών στοιχείων (ιδίως στην Β. Ιταλία) να επιταχύνεται απειλητικά, και (βεβαίως) την ακατάσχετη φιλολογία για την επικείμενη εκπαραθύρωση της Ελλάδας από την Ευρωζώνη (που απέκτησε και νεολογισμό, το περίφημο Grexit).
• Ήταν η χρονιά που φάνηκε καθαρά η μεγάλη δύναμη που έχει ο μοναδικός σοβαρός θεσμός της Ευρωζώνης, η ΕΚΤ, να φρενάρει την Κρίση με μια ή δυο απλές κινήσεις (όχι όμως και να την σταματά).
Ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας
Όταν ξέσπασε η Ευρωπαϊκή Κρίση, οι πολιτικοί μας (σας θυμίζω) τα έβαλαν με τις αγορές. Ακόμα και η κα Μέρκελ έλεγε και ξανάλεγε ότι δεν είναι δυνατόν οι κερδοσκόποι να επιβάλουν στις κυβερνήσεις την πολιτική που πρέπει να ακολουθηθεί και ξεσπάθωνε εναντίον τους ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Το ότι οι χρηματαγορές είναι άκρως προβληματικές, τόσο πριν το 2008 όσο και μετά, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Όμως η διαρκής επανάλειψη εκ μέρους των Ευρωπαίων πολιτικών ότι οι αγορές τους «περιμένουν στην γωνία», έτοιμες να πλήξουν την Ευρωζώνη, είναι μια τεράστια ανοησία που απεδείχθη ως τέτοια εν έτει 2012: Κάθε φορά που οι ηγέτες μας ανακοίνωναν μια νέα «λύση», οι αγορές αμέσως ενθουσιάζονταν, οι δείκτες των χρηματιστηρίων ανέβαιναν και τα επιτόκια έπεφταν – ακόμα κι όταν οι «λύσεις» ήταν ημιτελείς ή και στο όριο του γελοίου. Σήμερα, τα spreads έχουν πέσει στο χαμηλότερο επίπεδο του τελευταίου έτους μόνο και μόνο στην βάση μιας ανακοίνωσης της ΕΚΤ, χωρίς καμία πραγματική δράση εκ μέρους της. Αν μη τι άλλο, αυτό δείχνει ότι οι αγορές θέλουν διακαώς να πιστέψουν πως η Ευρώπη έχει την πρόθεση να επιλύσει τα δομικά της προβλήματα – ακόμα κι όταν γνωρίζουν ότι οι προτεινόμενες λύσεις είναι σαθρές.
Το 2012 η ΕΚΤ προέβη σε δύο κινήσεις που έβαλαν πάγο στην σήψη της Ευρωζώνης (χωρίς, επιμένω, να την αντιστρέψουν). Η πρώτη «κίνηση» δεν ήταν παρά η κοπή περί του ενός τρισεκατομμυρίου ευρώ που η ΕΚΤ, υπό την νέα τότε διοίκηση του κ. Draghi, παρείχε στις τράπεζες της Ευρωζώνης για μια τριετία ώστε να αντιμετωπιστεί η καταστροφική έλλειψη ρευστότητας του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος και, παράλληλα, να επιτραπεί σε κράτη, όπως το ιταλικό και το ισπανικό, να αντλήσουν μέρος της ρευστότητας αυτής για να μετακυλήσουν μέρος του δημόσιου χρέους τους. Αυτό το €1 τρις ρευστότητας έμεινε στην ιστορία ως το πρόγραμμα LTRO. Για περίπου επτά μήνες, από την πρωτοχρονιά του 2012 έως και τον Ιούλιο, έδωσε ανάσες στην Ευρωζώνη και απέτρεψε την κατάρρευσή της.
Καμία ένεση ρευστότητας δεν μπορούσε, βεβαίως, να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της πτώχευσης κρατών και των τραπεζικών τους συστημάτων. Δεν ήταν λοιπόν παράξενο το ότι, παρά το €1 τρις ρευστότητας που εμφύσησε στο τραπεζικό σύστημα ο κ. Draghi, η Κρίση φούντωσε περισσότερο από ποτέ περί τον Ιούνιο. Πράγματι, στο τέλος της Άνοιξης, ο δημόσιος τομέας της Ισπανίας και της Ιταλίας ουσιαστικά απώλεσαν την δυνατότητά τους να χρηματοδοτούν, από τις αγορές, το χρέος τους. Δεδομένου ότι το EFSF απλά δεν διέθετε τα ποσά που θα χρειαζόταν για να μετακυλίωνται τα €3 δις δημόσιου χρέους των δύο αυτών χωρών, κάτι έπρεπε να γίνει. Διαφορετικά η Ευρωζώνη δεν θα επιβίωνε την ζέστη του καλοκαιριού.
Τον Ιούνιο, στην Σύνοδο Κορυφής, ο ιταλός πρωθυπουργός Mario Monti, υπό την πίεση των περιστάσεων, έκανε μια παρακινδυνευμένη κίνηση, ως όφειλε: Προς το τέλος της Συνόδου, απαίτησε (απειλώντας ότι δεν θα προσυπογράψει καμία συμφωνία) δύο πράγματα: Πρώτον, την αποσύνδεση της τραπεζικής κρίσης από την κρίση χρέους (με την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών να γίνεται άμεσα από το EFSF, χωρίς τα κεφάλαια να καταγράφονται στο δημόσιο χρέος) και, δεύτερον, την υπόσχεση ότι ο νέος, μόνιμος μηχανισμός στήριξης (ESM), που αντικατέστησε στο EFSF, θα μπορεί να δανείζει την Ιταλία αγοράζοντας απ’ ευθείας ομόλογα. Υπό το άγχος της επιδεινούμενης Κρίσης, πίσω από τον Monti συνετάχθησαν ο κ. Rajoy και ο κ. Hollande. Έτσι, η γερμανίδα Καγκελάριος αναγκάστηκε σε τακτική υποχώρησης, αποδεχόμενη την απ’ ευεθείας ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών θέτοντας, όμως, ως όρο να προηγηθεί τραπεζική ενοποίηση. Δεν πέρασαν μερικές εβδομάδες πριν ο κ. Schauble δηλώσει ότι τραπεζική ενοποίηση δεν πρόκειται να γίνει (με εξαίρεση την επίβλεψη 30 ή το πολύ 40 μεγάλων τραπεζών από την ΕΚΤ). Ακούγοντας αυτό, οι αγορές κατάλαβαν το εξής απλό: Η Γερμανία αποδέχθηκε την αποσύνδεση της τραπεζικής κρίσης από την κρίση χρέους υπό έναν όρο (την τραπεζική ενοποίηση) που, στην πράξη, δεν θα άφηνε ποτέ να πληρωθεί! Αμέσως τα spreads Ιταλίας και Ισπανίας εκτοξεύθηκαν σε νέα ύψη.
Τότε ήταν που ο κ. Draghi, ο Πρόεδρος της ΕΚΤ, προέβη στην δεύτερη κίνηση της χρονιάς, η οποία θα καταγραφεί ως κομβικής σημασίας για το 2012: Την τελευταία εβδομάδα του Ιουλίου έσπασε όλα τα ταμπού μιλώντας ξεκάθαρα για την σημαντική πιθανότητα κατάρρευσης της Ευρωζώνης (convertibility risk ήταν ο ευφημισμός που χρησιμοποίησε) και δηλώνοντας ότι η ΕΚΤ θα κάνει ό,τι χρειάζεται για να αποτρέψει την κατάρρευση αυτή. Αρχές Σεπτεμβρίου ο κ. Draghi ανακοίνωνε τι εννοούσε: Εννούσε ότι η ΕΚΤ ήταν έτοιμη να αγοράζει απεριόριστες ποσότητες (δεύτερων χέρι) ομολόγων της Ιταλίας και της Ισπανίας με σκοπό να περιοριστούν τα spreads τους σε ανεκτά επίπεδα, επιτρέποντάς τους να επαναχρηματοδοτούν το χρέος τους χωρίς να προσφύγουν στον ESM (ο οποίος, έτσι κι αλλιώς, δεν έχει τα ποσά που απαιτούνται για ένα τέτοιο σκοπό).
Το πρόγραμμα αυτό (απεριόριστων αγορών ομολόγων) της ΕΚΤ ονομάστηκε ΟΜΤ (outright monetary transactions). Πρόκειται για πρόγραμμα-φάντασμα μιας και δεν ενεργοποιήθηκε ποτέ. Γιατί; Επειδή για να καταφέρει να πείσει την Γερμανία να το αποδεχθεί, ο κ. Draghi αναγκάστηκε να δεχθεί ως όρο ενεργοποίησής του την υπογραφή Μνημονίου από την κυβέρνηση του κράτους του οποίου τα ομόλογα θα αγοράζει η ΕΚΤ. Μια τέτοια όμως υπογραφή θα ήταν η θανατική καταδίκη των κυβερνήσεων της Ρώμης και της Μαδρίτης. Έτσι, το ΟΜΤ δεν ενεργοποιήθηκε ποτέ. Αποδείχθηκε όμως ικανό, παρόλο που δεν άλλαξε τίποτα ως προς το δομικό πρόβλημα της Ευρωζώνης, ώστε να ρίξει τα spreads σε πολύ χαμηλά επίπεδα, τουλάχιστον σε σχέση με του Ιουλίου.
Ο ρόλος της Ελλάδας
Στις αρχές του 2012 το ελληνικό δημόσιο πτώχευσε και επισήμως (με παράλληλη πυροδότηση των θρυλικών CDS). Στο πλαίσιο της παραγωγής ευφημισμών, το συγκριτικό πλεονέκτημα της Ευρώπης της Κρίσης, οι ηγέτες μας βάπτισαν την πτώχευση PSI και, όπως πάντα, «γιόρτασαν» άλλο ένα «γύρισμα σελίδας» για την Ελλάδα, άλλη μια «νέα αρχή για τον τόπο» που θα έφερνε τις πολυπόθητες επενδύσεις και την σταθεροποίηση. Το κακό δεν ήταν ότι το δημόσιο πτώχευσε. Το κακό ήταν διττό: Έχοντας καθυστερήσει την πτώχευση του δημοσίου κατά ενάμιση χρόνο μέσω του Μνημονιακού δανείου, πρώτον, καταδικάσαμε την χώρα σε μια μακρά περίοδο μαρασμού (όσο οι ξένοι και εγχώριοι επενδυτές δεν άγγιζαν μια υπό-σίγουρη-πτώχευση χώρα) και, δεύτερον, καταστήσαμε (από τον Μάιο του 2010 και ύστερα) ένα μεγάλο ποσοστό του χρέους μη-κουρεύσιμο (δεδομένου ότι το μεταφέραμε από τους ιδιώτες στην τρόικα). Έτσι, η χώρα μας «πέτυχε» μια παγκόσμια πρωτιά: Γίναμε η πρώτη χώρα στην οικονομική ιστορία που και πτώχευσε και, την επόμενη της πτώχευσης, διατήρησε το χρέος της σε ύψος που δεν ήταν επ’ ουδενί βιώσιμο. Νομοτελειακά, στο τέλος του 2012 αναγκαστήκαμε, εκ των πραγμάτων, σε δεύτερη πτώχευση, σε ένα PSI 2 για τις ελληνικές τράπεζες (το οποίο όμως βαπτήσαμε «επαναγορά χρέους).
Αποτέλεσμα της ανομολόγητης εκείνης πτώχευσης των αρχών του 2012, του PSI, ήταν ότι η χώρα εισήλθε στο τρικυμιώδες 2012 υπό τις χειρότερες δυνατές συνθήκες. Την ώρα που η Κρίση χτύπαγε τον σκληρό πυρήνα της Ευρωζώνης, π.χ. την Β. Ιταλία, η Ελλάδα: (α) διατηρούσε ένα μη βιώσιμο χρέος, την ώρα που (β) έβλεπε το τραπεζικό και ασφαλιστικό της σύστημα να καταρρέει ελέω PSI, (γ) αποδεχόταν ακόμα μεγαλύτερη λιτότητα ως αντάλλαγμα για το PSI (η οποία ενέτεινε την Ύφεση που, με την σειρά της, μεγάλωνε την μαύρη τρύπα του τραπεζικού τομέα), και (δ) εμπλεκόταν σε μια πολιτική περιπέτεια καθώς, υπό το βάρος των (α), (β) και (γ), η αναξιόπιστη κυβέρνηση Παπαδήμου-Βενιζέλου κατευθυνόταν κατ΄ευθείαν στα βράχια εν ανυπαρξία ενός διάδοχου πολιτικού σχήματος ικανού να σηκώσει το βάρος της Κρίσης.
Κάπου εκεί, περί τον Απρίλιο του 2012, οι τραπεζίτες της Φραγκφούρτης ένωσαν τις φωνές τους με μια ισχυρή μερίδα γερμανών πολιτικών που ζητούσαν την αποπομπή της Ελλάδας και της Πορτογαλίας από το ευρώ ως αντίτιμο για την διάσωσή του (δηλαδή, για την διάσωση της Ιταλίας και της Ισπανίας). Η ήττα του κ. Sarkozy τους ανάγκασε να βάλουν λίγο νερό στο κρασί τους. Όμως καθοριστικής σημασίας στο να μπει τέλος στην καμπάνια αποπομπής της Ελλάδας ήταν ο ρόλος δύο κεντρικών τραπεζιτών: Του κ. Draghi, ο οποίος μήνυσε στο Βερολίνο ότι η ΕΚΤ δεν θα μπορέσει να διασώσει την Ευρωζώνη αν υπάρξει έστω και μία αποχώρηση από την Ευρωζώνη. Και του γερμανού Asmussen, μέλος της διοικούσας (executive board) της ΕΚΤ, ο οποίος συνηγόρησε με τον Πρόεδρο της ΕΚΤ, στρεφόμενος εναντίον του Προέδρου της Bundesbank κ. Jens Weidmann. Έτσι, μετά την δήλωση του Ιουλίου του κ. Draghi για την επικείμενη διάλυση της Ευρωζώνης (βλ. πιο πάνω), η κα Μέρκελ απεφάνθη ότι πρέπει να σφίξει τα δόντια, να επισκεφτεί την Ελλάδα, και να αποσύρει από την ατζέντα την εκπαραθύρωση της Ελλάδας από την Ευρωζώνη.
Αυτή η παραδοχή της κας Μέρκελ, ότι δηλαδή η εκδίωξη της Ελλάδας θα οδηγούσε στην σίγουρη διάλυση της Ευρωζώνης, έφερε (σε συνδυασμό με την ανακοίνωση του προγράμματος ΟΜΤ εκ μέρους της ΕΚΤ) την ηρεμία στις χρηματαγορές που επικρατεί μέχρι και σήμερα – με τα spreads να έχουν μειωθεί σημαντικά. Πρόκειται για ένα ενδιαφέρον παράδοξο: Επειδή οι αγορές θεώρησαν τις κατευθύνσεις της Ευρωζώνης απίστευτα ανόητες, μία μικρή «διόρθωση» εκ μέρους της κας Μέρκελ ήταν ικανή για να φέρει την (πρόσκαιρη) ανακούφιση και κάποια ηρεμία. Για την ακρίβεια, η διαδικασία εξελίχθηκε ως εξής:
1. Η άρνηση της Γερμανίας να συζητήσει την δημιουργία πραγματικών ευρω-ομόλογων και, παράλληλα, η άρνησή της να αποδεχθεί, στην πράξη, την πρόταση Monti (του Ιουνίου) για αποδέσμευση της τραπεζικής κρίσης από την κρίση χρέους, οδήγησαν σε μια γιγάντια μετανάστευση κεφαλαίων από την Περιφέρεια προς την Γερμανία – εξαναγκάζοντας το σύστημα Ευρωπαϊκών Κεντρικών Τραπεζών να καλύψει την διαφορά με αντίστοιχα μεγάλες παροχές ρευστότητας στην Περιφέρεια (ώστε να μην καταρρεύσει η Ευρωζώνη).
2. Υπό αυτές τις συνθήκες, η Ελλάδα (που είχε ήδη υποστεί μια διετία κατάρρευσης) άρχισε να φαντάζει ως υποψήφια για εκπαραθύρωση, καθώς παρά την πτώχευσή της στις αρχές του 2012 το χρέος της παρέμενε μη βιώσιμο.
3. Η σκέψη ότι η Ελλάδα, και ίσως και η Πορτογαλία, ετοιμάζονταν να «εξέλθουν» πανικόβαλε αγορές και επενδυτές και διόγκωσε ακόμα περισσότερο την φυγή κεφαλαίων από ολόκληρη την Περιφέρεια προς την Γερμανία, μεγεθύνοντας περαιτέρω τις εσωτερικές ανισορροπίες του συστήματος Ευρωπαϊκών Κεντρικών Τραπεζών.
4. Με την ΕΚΤ να νιώθει την πίεση πάνω της να ξεπερνά τα όρια που μπορούσε να «σηκώσει», ο κ. Draghi πήρε το ζήτημα πάνω του και απαίτησε να μπει τέλος στην συζήτηση για αποπομπή Ελλάδας και Πορτογαλίας – σε μια περίοδο που ένας τέτοιος ακρωτηριασμός είχε θεωρηθεί σχεδόν σίγουρος.
5. Υπό την πίεση της ΕΚΤ η κα Μέρκελ αποφάσισε να συμμορφωθεί και να βγάλει από το τραπέζι της συζήτησης την αποπομπή της Ελλάδας – κάτι που σηματοδότησε με την επίσκεψή της στην Αθήνα.
6. Η είδηση αυτή, ότι η Ευρωζώνη δεν θα μπει στην διαδικασία ηθελημένων αποπομπών, έφερε ένα κύμμα ανακούφισης που, σε συνδυασμό με την ανακοίνωση του ΟΜΤ εκ μέρους της ΕΚΤ, ηρέμησε τις αγορές και εξασφάλισε κι άλλο χρόνο στους πολιτικούς της Ευρωζώνης (όπως είχε κάνει προηγουμένως το LTRO του κ. Draghi στις αρχές του 2012).
Το «παγκόσμιο» 2013
Το 2013 δυστυχώς δεν υπόσχεται την λήξη της παγκόσμιας κρίσης. Κάθε άλλο.
• Στις ΗΠΑ η χώρα καταφέρνει να κρατιέται στο χείλος του γκρεμού μιας νέας ύφεσης, χωρίς να κάνει το μοιραίο βήμα. Όμως για πρώτη φορά στην ιστορία της Αμερικής παρατηρούμε τραπεζικές καταθέσεις που ξεπερνούν τα τραπεζικά δάνεια (σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά) κατά... $2 τρις! Κάτι αντίστοιχο παρατηρούμε και στην Ευρώπη.
• Παράλληλα, εκεί που οι αμερικανικές πολυεθνικές το 2007 λάμβαναν από τον υπόλοιπο κόσμο περί τα $500 δις δανείων (για να προβούν σε παραγωγικές επενδύσεις), σήμερα το ποσό αυτό ανέρχεται στα -$50 δις (δηλαδή, οι αμερικανικές εταιρείες δανείζουν στον υπόλοιπο κόσμο $50 δις, καθαρά).
• Δεδομένων των πολιτικών περιορισμών που αντιμετωπίζει η Αμερική (ίσως να έχετε ακούσει για τον «δημοσιονομικό γκρεμό» και το «ταβάνι χρέους»), είναι σχεδόν σίγουρο ότι οι ΗΠΑ, κόντρα στην βούληση της κυβέρνησης Ομπάμα, θα ακολουθήσει την Ευρώπη σε μια πολιτική ημι-αυτοματοποιημένης λιτότητας.
• Η Ιαπωνία και η Κίνα τελούν υπό καθεστώς πανικού καθώς η ενεργός ζήτηση για τις εξαγωγές τους από ΗΠΑ και Ευρώπη, δίχως τις οποίες δεν καταφέρνουν να σταθεροποιούν την εγχώρια οικονομία τους, όλο και φθίνει.
• Η Βρετανία βιώνει μια πρωτόγνωρη ύφεση, προϊόν του παράξενου συνδυασμού νομισματικής χαλάρωσης και σκληρής λιτότητας, την ώρα που στην αγορά εργασίας οι «καλές» θέσεις εργασίας αντικαθίστανται γοργά από μερικής απασχόλησης, επισφαλείς και κακοπληρωμένες θέσεις εργασίας.
• Η Γερμανία προετοιμάζει τον εαυτό της για έναν νέο γύρο λιτότητας για το... 2014 ώστε να ικανοποιηθεί η πιο μακροοικονομικά ανόητη συνταγματική πρόβλεψη στην ιστορία της ανθρωπότητας.
• Η νομισματική χαλάρωση που επιφέρουν ταυτόχρονα οι Κεντρικές Τράπεζες των ΗΠΑ, της Βρετανίας, της Ιαπωνίας, της Ελβετίας και των Σκανδιναβικών χωρών (με στόχο την μείωση της αξίας των νομισμάτων τους, και την αύξηση των εξαγωγών) θα έχουν δύο θύματα: Αναπτυσσόμενες χώρες όπως η Βραζιλία και η Ν. Αφρική, των οποίων τα νομίσματα υπερτιμώνται, και την Ευρωζώνη της οποίας το ευρώ θα ανεβαίνει σε μια περίοδο που η Ευρωπαϊκή Περιφέρεια συνθλίβεται από την υψηλή ισοτιμία του κοινού νομίσματος.
Ο συνδυασμός των εξελίξεων αυτών, που διαφαίνονται καθαρά για το 2013, προϊδεάζουν ότι τίποτα δεν συμβαίνει σήμερα στην παγκόσμια οικονομία που να μπορεί να ανατρέψει την υφεσιακή πορεία ενός πλανήτη ο οποίος δεν λέει να συνέλθει από το χτύπημα του 2008.
Το «δικό μας» 2013
Η ελληνική κυβέρνηση διακηρύσσει ότι το 2013 θα είναι έτος ανάκαμψης. Μακάρι. Υπέρ της έχει το γεγονός ότι η Γερμανία κατάλαβε, επί τέλους, πως το Ευρωσύστημα δεν θα επιβιώσει ούτε ένα μήνα αν έστω και μία χώρα-μέλος εκδιωχθεί. Δεδομένου ότι τους περισσότερους μήνες του 2012 η πλειοψηφία θεωρούσε σίγουρη την εκπαραθύρωση της Ελλάδας, η χρονιά που πέρασε ήταν μια περίοδος πλήρους απονέκρωσης της ελληνικής οικονομίας. Δεν κουνιόταν φύλλο! Συνεπώς, η συνειδητοποίηση ότι η Ελλάδα θα παραμείνει στο ευρώ, κατ’ εμέ (όπως ισχυρίζομαι τρία χρόνια τώρα) όσο υπάρχει το κοινό νόμισμα, αρκεί για να επιστρέψει κάποια οικονομική δραστηριότητα στην χώρα. Παράληλλα, η εξόφληση (από την τελευταία δόση) μερικών από τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου, η επανα-εκκίνηση κάποιων δημόσιων έργων (αυτοκινητόδρομοι, Μετρό), κάποια χρήματα από το ΕΣΠΑ κλπ., θα φέρουν έναν βαθμό σταθεροποίησης – ίσως και μια πρόσκαιρη μείωση του ρυθμού συρρίκνωσης του ΑΕΠ.
Αρκούν αυτά για να γίνει πραγματικότητα η υπόσχεση του πρωθυπουργού ότι το 2013 γυρνάμε σελίδα; Ο κ. Σαμαράς ευελπιστεί ότι οι εξελίξεις που περιέγραψε στην προηγούμενη παράγραφο, μαζί με τις διαρθρωτικές αλλαγές, αρκούν για να φέρουν στην χώρα τις πολυπόθητες επενδύσεις που θα θέσουν τέλος στην αυτοτροφοδοτούμενη Κρίση. Άλλη μια φορά, εύχομαι να έχει δίκιο. Δυστυχώς, πολύ φοβάμαι ότι δεν έχει. Τρεις είναι οι λόγοι:
1. Το τραπεζικό σύστημα θα παραμείνει νεκροζώντανο καθώς η ανακεφαλαιοποίηση (που δεν θα ήταν έτσι κι αλλιώς αρκετή, δεδομένων των μη εξυπηρετούμενων δανείων τα οποία δεν έχουν υπολογιστεί) είναι καταδικασμένη σε αποτυχία μετά τη δεύτερη πτώχευση του ελληνικού δημοσίου, το PSI 2 που ονομάστηκε «επαναγορά χρέους». Οι πτωχεύμενες τράπεζες θυμίζουν πηγάδι που στέγνωσε: Για να μπορέσουν να λειτουργήσουν και πάλι «αρδευτικά», είναι απαραίτητο να τους προσθέσουμε ικανή «ρευστότητα» ώστε να ξεχειλίσουν (περί τα 55 δις υπολογίζω το ποσό που απαιτείται) προς τον παραπλήσιο ιδιωτικό τομέα. Αν τους προσθέσουμε την μισή ρευστότητα (όπως προέβλεπε να κάνει το προ της επαναγοράς σχέδιο ανακεφαλαιοποίησης), θα πάει χαμένη, καθώς δεν θα αρκεί για να «ποτιστούν» οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Πόσο μάλιστα τώρα που η «επαναγορά χρέους» τους μείωσε κι άλλο την στάθμη της ρευστότητάς τους (περί τα 14 δις). Το ζήτημα είναι απλό: Ανάκαμψη με τέτοια «ανακεφαλαιοποίηση» δεν γίνεται. Αυτό που κάναμε είναι να δανειστεί το πτωχευμένο δημόσιο ένα μεγάλο ποσό που θα πέσει στο στεγνό πηγάδι των τραπεζών και θα χαθεί για πάντα.
2. Το 2013 θα μας φέρει «μέτρα» άνω των 9 δις (που ήταν όρος για την ανακεφαλαιοποίηση). Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΔΝΤ, ο πολλαπλασιαστής στην Ελλάδα της Βαθειάς Ύφεσης δεν είναι μικρότερος του 1,7. Όπερ μεθερμηνευόμενο, το 2013 μας «υπόσχεται» μια περαιτέρω μείωση του εθνικού εισοδήματος περί τα 15 δις (15 δις μικρότερη ζήτηση για τις επιχειρήσεις) λόγω «μέτρων» (χωρίς να υπολογίζουμε τα μέτρα που θα μας επιβληθούν αργότερα). Πόσο μπορεί να διαλύσει το κλίμα απαισιοδοξίας που προκαλεί αυτή η προοπτική το 1,44 δις επενδύσεων της ΕΤΕπ (που εξασφάλισε η κυβέρνηση από τα... 12 δις που έχει η χώρα λαμβάνειν από το ΕΣΠΑ της περιόδου 2007-2012); Θα υπάρξουν αρκετοί επενδυτές τους οποίους θα συνεπάρει με την αισιοδοξία του ο πρωθυπουργός;
3. Η κυβέρνηση θεωρεί ότι η κατάσταση στην Ευρωζώνη συνολικά είναι υπό έλεγχο και, συνεπώς, ότι το κλίμα στην Ευρώπη βοηθά την σταθεροποίηση και της δικής μας οικονομίας. Είναι όμως έτσι; Με την Ιταλία και την Ισπανία σε ύφεση, την Γαλλία σε αντίστοιχη πορεία, την ΕΚΤ να παίζει ένα επικίνδυνο παιχνίδι με τις αγορές (καθώς έχει αναγγείλει το πρόγραμμα ΟΜΤ που, όμως, δεν μπορεί να ενεργοποιήσει), τις επενδύσεις και την βιομηχανική παραγωγή στον Πυρήνα σε κάμψη, το ευρώ να ισχυροποιείται (εις βάρος της ανταγωνιστικότητας τόσο του Πυρήνα όσο και της Περιφέρειας), το «διεθνές» και «ευρωπαϊκό» 2013 κάθε άλλο παρά φιλικό προς τον κ. Σαμαρά διαφαίνεται.
Κλείνοντας το πρώτο άρθρο της χρονιάς, νομίζω ότι αξίζει να καταλήξω στην ίδια πρόταση με την οποία «έκλεινα» τα πρώτα άρθρα των δύο τελευταίων ετών (βλ. άρθρα 10/1/2011 και 10/1/2012). Κι αυτό γιατί η συγκεκριμένη φράση παραμένει το ίδιο επίκαιρη:
«Αυτή η Κρίση, αν την αφήσουμε να εξελιχθεί … δεν θα δείξει επιείκεια σε κανέναν. Δεν θα διαχωρίσει τον φαύλο από τον χρηστό, τον Γερμανό βιομηχανικό εργάτη από τον αργόσχολο του ΟΣΕ, τον ιδιωτικό από τον δημόσιο υπάλληλο, τον έλληνα μεροκαματιάρη στον Ορχομενό από τον Πολωνό μετανάστη στο Παρίσι.»
[Του Γιάννη Βαρουφάκη από protagon.gr]
Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr
Το 2012 θα μείνει στην παγκόσμια οικονομική ιστορία ως η χρονιά που:
• Η Ευρώπη βυθίστηκε, ξανά, στην ύφεση (για δεύτερη φορά μετά το 2009).
• Η Αμερική μόλις που απέφυγε την βύθιση σε αντίστοιχη ύφεση (καθώς το Fed παρείχε κάθε μήνα πάνω από $40 δις φρέσκιας ρευστότητας στο χρηματοπιστωτικό σύστημα).
• Η Κίνα (στην βάση γιγάντιων τονωτικών ενέσεων, υπό την μορφή δημοσίων επενδύσεων) διατήρησε την ελάχιστη μεγέθυνση που της εξασφαλίζει την συγκράτηση των κοινωνικών συγκρούσεων, με αντίτιμο όμως (α) την κατάρρευση του ποσοστού κατανάλωσης (στο 27% του ΑΕΠ – κάτι που καθιστά την χώρα ανίκανη να προσφέρει αρκετή ζήτηση στον υπόλοιπο κόσμο) και (β) την δημιουργία επικίνδυνης φούσκας στην αγορά ακινήτων (που απειλεί την Κίνα με μια Κρίση όπως εκείνη της Ιαπωνίας ή της Ν. Κορέας της δεκαετίας του 1990).
• Η πολλά υποσχόμενη Βραζιλία επλήγη από τον ακήρυκτο νομισματικό πόλεμο που αποτελεί απόρροια της «ποσοτικής χαλάρωσης» εκ μέρους χωρών όπως οι ΗΠΑ, η Βρετανία, η Σκανδιναβία και η Ιαπωνία.
• Η Ινδία και η Αργεντινή έπεσαν, για διαφορετικούς λόγους, σε οικονομικό τέλμα.
• Η οικονομία της Β. Αφρικής υποχώρησε λόγω της Αραβικής Άνοιξης, την ώρα που η υποσαχάρια Αφρική κατάφερε να αναπτυχθεί σημαντικά, παρά τις πολύ κακές παγκόσμιες συνθήκες, ξεκινώντας βέβαια από πολύ χαμηλό επίπεδο (και ελέω μεγάλων Κινεζικών επενδύσεων).
Σε γενικές γραμμές, το 2012 θα καταγραφεί ως άλλη μια χρονιά εξέλιξης της παγκόσμιας Κρίσης που μας χάρισε το 2008. Στρεφόμενοι στην δική μας, την ευρωπαϊκή, έκφανση της Κρίσης, το 2012 θα το θυμόμαστε για δύο (φαινομενικά αντιφατικούς μεταξύ τους) λόγους:
• Ήταν η χρονιά που η διαδικασία αποδόμησης της Ευρωζώνης έφτασε το κρεσέντο της, με τα επιτόκια δανεισμού της Ισπανίας και της Ιταλίας να χτυπήσουν «κόκκινο», την μαζική έξοδο κεφαλαίων από την Περιφέρεια προς τις τράπεζες Γερμανίας, Ελβετίας, Λονδίνου και Ν. Υόρκης, την ρευστοποίηση επιχειρήσεων και περιουσιακών στοιχείων (ιδίως στην Β. Ιταλία) να επιταχύνεται απειλητικά, και (βεβαίως) την ακατάσχετη φιλολογία για την επικείμενη εκπαραθύρωση της Ελλάδας από την Ευρωζώνη (που απέκτησε και νεολογισμό, το περίφημο Grexit).
• Ήταν η χρονιά που φάνηκε καθαρά η μεγάλη δύναμη που έχει ο μοναδικός σοβαρός θεσμός της Ευρωζώνης, η ΕΚΤ, να φρενάρει την Κρίση με μια ή δυο απλές κινήσεις (όχι όμως και να την σταματά).
Ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας
Όταν ξέσπασε η Ευρωπαϊκή Κρίση, οι πολιτικοί μας (σας θυμίζω) τα έβαλαν με τις αγορές. Ακόμα και η κα Μέρκελ έλεγε και ξανάλεγε ότι δεν είναι δυνατόν οι κερδοσκόποι να επιβάλουν στις κυβερνήσεις την πολιτική που πρέπει να ακολουθηθεί και ξεσπάθωνε εναντίον τους ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Το ότι οι χρηματαγορές είναι άκρως προβληματικές, τόσο πριν το 2008 όσο και μετά, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Όμως η διαρκής επανάλειψη εκ μέρους των Ευρωπαίων πολιτικών ότι οι αγορές τους «περιμένουν στην γωνία», έτοιμες να πλήξουν την Ευρωζώνη, είναι μια τεράστια ανοησία που απεδείχθη ως τέτοια εν έτει 2012: Κάθε φορά που οι ηγέτες μας ανακοίνωναν μια νέα «λύση», οι αγορές αμέσως ενθουσιάζονταν, οι δείκτες των χρηματιστηρίων ανέβαιναν και τα επιτόκια έπεφταν – ακόμα κι όταν οι «λύσεις» ήταν ημιτελείς ή και στο όριο του γελοίου. Σήμερα, τα spreads έχουν πέσει στο χαμηλότερο επίπεδο του τελευταίου έτους μόνο και μόνο στην βάση μιας ανακοίνωσης της ΕΚΤ, χωρίς καμία πραγματική δράση εκ μέρους της. Αν μη τι άλλο, αυτό δείχνει ότι οι αγορές θέλουν διακαώς να πιστέψουν πως η Ευρώπη έχει την πρόθεση να επιλύσει τα δομικά της προβλήματα – ακόμα κι όταν γνωρίζουν ότι οι προτεινόμενες λύσεις είναι σαθρές.
Το 2012 η ΕΚΤ προέβη σε δύο κινήσεις που έβαλαν πάγο στην σήψη της Ευρωζώνης (χωρίς, επιμένω, να την αντιστρέψουν). Η πρώτη «κίνηση» δεν ήταν παρά η κοπή περί του ενός τρισεκατομμυρίου ευρώ που η ΕΚΤ, υπό την νέα τότε διοίκηση του κ. Draghi, παρείχε στις τράπεζες της Ευρωζώνης για μια τριετία ώστε να αντιμετωπιστεί η καταστροφική έλλειψη ρευστότητας του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος και, παράλληλα, να επιτραπεί σε κράτη, όπως το ιταλικό και το ισπανικό, να αντλήσουν μέρος της ρευστότητας αυτής για να μετακυλήσουν μέρος του δημόσιου χρέους τους. Αυτό το €1 τρις ρευστότητας έμεινε στην ιστορία ως το πρόγραμμα LTRO. Για περίπου επτά μήνες, από την πρωτοχρονιά του 2012 έως και τον Ιούλιο, έδωσε ανάσες στην Ευρωζώνη και απέτρεψε την κατάρρευσή της.
Καμία ένεση ρευστότητας δεν μπορούσε, βεβαίως, να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της πτώχευσης κρατών και των τραπεζικών τους συστημάτων. Δεν ήταν λοιπόν παράξενο το ότι, παρά το €1 τρις ρευστότητας που εμφύσησε στο τραπεζικό σύστημα ο κ. Draghi, η Κρίση φούντωσε περισσότερο από ποτέ περί τον Ιούνιο. Πράγματι, στο τέλος της Άνοιξης, ο δημόσιος τομέας της Ισπανίας και της Ιταλίας ουσιαστικά απώλεσαν την δυνατότητά τους να χρηματοδοτούν, από τις αγορές, το χρέος τους. Δεδομένου ότι το EFSF απλά δεν διέθετε τα ποσά που θα χρειαζόταν για να μετακυλίωνται τα €3 δις δημόσιου χρέους των δύο αυτών χωρών, κάτι έπρεπε να γίνει. Διαφορετικά η Ευρωζώνη δεν θα επιβίωνε την ζέστη του καλοκαιριού.
Τον Ιούνιο, στην Σύνοδο Κορυφής, ο ιταλός πρωθυπουργός Mario Monti, υπό την πίεση των περιστάσεων, έκανε μια παρακινδυνευμένη κίνηση, ως όφειλε: Προς το τέλος της Συνόδου, απαίτησε (απειλώντας ότι δεν θα προσυπογράψει καμία συμφωνία) δύο πράγματα: Πρώτον, την αποσύνδεση της τραπεζικής κρίσης από την κρίση χρέους (με την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών να γίνεται άμεσα από το EFSF, χωρίς τα κεφάλαια να καταγράφονται στο δημόσιο χρέος) και, δεύτερον, την υπόσχεση ότι ο νέος, μόνιμος μηχανισμός στήριξης (ESM), που αντικατέστησε στο EFSF, θα μπορεί να δανείζει την Ιταλία αγοράζοντας απ’ ευθείας ομόλογα. Υπό το άγχος της επιδεινούμενης Κρίσης, πίσω από τον Monti συνετάχθησαν ο κ. Rajoy και ο κ. Hollande. Έτσι, η γερμανίδα Καγκελάριος αναγκάστηκε σε τακτική υποχώρησης, αποδεχόμενη την απ’ ευεθείας ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών θέτοντας, όμως, ως όρο να προηγηθεί τραπεζική ενοποίηση. Δεν πέρασαν μερικές εβδομάδες πριν ο κ. Schauble δηλώσει ότι τραπεζική ενοποίηση δεν πρόκειται να γίνει (με εξαίρεση την επίβλεψη 30 ή το πολύ 40 μεγάλων τραπεζών από την ΕΚΤ). Ακούγοντας αυτό, οι αγορές κατάλαβαν το εξής απλό: Η Γερμανία αποδέχθηκε την αποσύνδεση της τραπεζικής κρίσης από την κρίση χρέους υπό έναν όρο (την τραπεζική ενοποίηση) που, στην πράξη, δεν θα άφηνε ποτέ να πληρωθεί! Αμέσως τα spreads Ιταλίας και Ισπανίας εκτοξεύθηκαν σε νέα ύψη.
Τότε ήταν που ο κ. Draghi, ο Πρόεδρος της ΕΚΤ, προέβη στην δεύτερη κίνηση της χρονιάς, η οποία θα καταγραφεί ως κομβικής σημασίας για το 2012: Την τελευταία εβδομάδα του Ιουλίου έσπασε όλα τα ταμπού μιλώντας ξεκάθαρα για την σημαντική πιθανότητα κατάρρευσης της Ευρωζώνης (convertibility risk ήταν ο ευφημισμός που χρησιμοποίησε) και δηλώνοντας ότι η ΕΚΤ θα κάνει ό,τι χρειάζεται για να αποτρέψει την κατάρρευση αυτή. Αρχές Σεπτεμβρίου ο κ. Draghi ανακοίνωνε τι εννοούσε: Εννούσε ότι η ΕΚΤ ήταν έτοιμη να αγοράζει απεριόριστες ποσότητες (δεύτερων χέρι) ομολόγων της Ιταλίας και της Ισπανίας με σκοπό να περιοριστούν τα spreads τους σε ανεκτά επίπεδα, επιτρέποντάς τους να επαναχρηματοδοτούν το χρέος τους χωρίς να προσφύγουν στον ESM (ο οποίος, έτσι κι αλλιώς, δεν έχει τα ποσά που απαιτούνται για ένα τέτοιο σκοπό).
Το πρόγραμμα αυτό (απεριόριστων αγορών ομολόγων) της ΕΚΤ ονομάστηκε ΟΜΤ (outright monetary transactions). Πρόκειται για πρόγραμμα-φάντασμα μιας και δεν ενεργοποιήθηκε ποτέ. Γιατί; Επειδή για να καταφέρει να πείσει την Γερμανία να το αποδεχθεί, ο κ. Draghi αναγκάστηκε να δεχθεί ως όρο ενεργοποίησής του την υπογραφή Μνημονίου από την κυβέρνηση του κράτους του οποίου τα ομόλογα θα αγοράζει η ΕΚΤ. Μια τέτοια όμως υπογραφή θα ήταν η θανατική καταδίκη των κυβερνήσεων της Ρώμης και της Μαδρίτης. Έτσι, το ΟΜΤ δεν ενεργοποιήθηκε ποτέ. Αποδείχθηκε όμως ικανό, παρόλο που δεν άλλαξε τίποτα ως προς το δομικό πρόβλημα της Ευρωζώνης, ώστε να ρίξει τα spreads σε πολύ χαμηλά επίπεδα, τουλάχιστον σε σχέση με του Ιουλίου.
Ο ρόλος της Ελλάδας
Στις αρχές του 2012 το ελληνικό δημόσιο πτώχευσε και επισήμως (με παράλληλη πυροδότηση των θρυλικών CDS). Στο πλαίσιο της παραγωγής ευφημισμών, το συγκριτικό πλεονέκτημα της Ευρώπης της Κρίσης, οι ηγέτες μας βάπτισαν την πτώχευση PSI και, όπως πάντα, «γιόρτασαν» άλλο ένα «γύρισμα σελίδας» για την Ελλάδα, άλλη μια «νέα αρχή για τον τόπο» που θα έφερνε τις πολυπόθητες επενδύσεις και την σταθεροποίηση. Το κακό δεν ήταν ότι το δημόσιο πτώχευσε. Το κακό ήταν διττό: Έχοντας καθυστερήσει την πτώχευση του δημοσίου κατά ενάμιση χρόνο μέσω του Μνημονιακού δανείου, πρώτον, καταδικάσαμε την χώρα σε μια μακρά περίοδο μαρασμού (όσο οι ξένοι και εγχώριοι επενδυτές δεν άγγιζαν μια υπό-σίγουρη-πτώχευση χώρα) και, δεύτερον, καταστήσαμε (από τον Μάιο του 2010 και ύστερα) ένα μεγάλο ποσοστό του χρέους μη-κουρεύσιμο (δεδομένου ότι το μεταφέραμε από τους ιδιώτες στην τρόικα). Έτσι, η χώρα μας «πέτυχε» μια παγκόσμια πρωτιά: Γίναμε η πρώτη χώρα στην οικονομική ιστορία που και πτώχευσε και, την επόμενη της πτώχευσης, διατήρησε το χρέος της σε ύψος που δεν ήταν επ’ ουδενί βιώσιμο. Νομοτελειακά, στο τέλος του 2012 αναγκαστήκαμε, εκ των πραγμάτων, σε δεύτερη πτώχευση, σε ένα PSI 2 για τις ελληνικές τράπεζες (το οποίο όμως βαπτήσαμε «επαναγορά χρέους).
Αποτέλεσμα της ανομολόγητης εκείνης πτώχευσης των αρχών του 2012, του PSI, ήταν ότι η χώρα εισήλθε στο τρικυμιώδες 2012 υπό τις χειρότερες δυνατές συνθήκες. Την ώρα που η Κρίση χτύπαγε τον σκληρό πυρήνα της Ευρωζώνης, π.χ. την Β. Ιταλία, η Ελλάδα: (α) διατηρούσε ένα μη βιώσιμο χρέος, την ώρα που (β) έβλεπε το τραπεζικό και ασφαλιστικό της σύστημα να καταρρέει ελέω PSI, (γ) αποδεχόταν ακόμα μεγαλύτερη λιτότητα ως αντάλλαγμα για το PSI (η οποία ενέτεινε την Ύφεση που, με την σειρά της, μεγάλωνε την μαύρη τρύπα του τραπεζικού τομέα), και (δ) εμπλεκόταν σε μια πολιτική περιπέτεια καθώς, υπό το βάρος των (α), (β) και (γ), η αναξιόπιστη κυβέρνηση Παπαδήμου-Βενιζέλου κατευθυνόταν κατ΄ευθείαν στα βράχια εν ανυπαρξία ενός διάδοχου πολιτικού σχήματος ικανού να σηκώσει το βάρος της Κρίσης.
Κάπου εκεί, περί τον Απρίλιο του 2012, οι τραπεζίτες της Φραγκφούρτης ένωσαν τις φωνές τους με μια ισχυρή μερίδα γερμανών πολιτικών που ζητούσαν την αποπομπή της Ελλάδας και της Πορτογαλίας από το ευρώ ως αντίτιμο για την διάσωσή του (δηλαδή, για την διάσωση της Ιταλίας και της Ισπανίας). Η ήττα του κ. Sarkozy τους ανάγκασε να βάλουν λίγο νερό στο κρασί τους. Όμως καθοριστικής σημασίας στο να μπει τέλος στην καμπάνια αποπομπής της Ελλάδας ήταν ο ρόλος δύο κεντρικών τραπεζιτών: Του κ. Draghi, ο οποίος μήνυσε στο Βερολίνο ότι η ΕΚΤ δεν θα μπορέσει να διασώσει την Ευρωζώνη αν υπάρξει έστω και μία αποχώρηση από την Ευρωζώνη. Και του γερμανού Asmussen, μέλος της διοικούσας (executive board) της ΕΚΤ, ο οποίος συνηγόρησε με τον Πρόεδρο της ΕΚΤ, στρεφόμενος εναντίον του Προέδρου της Bundesbank κ. Jens Weidmann. Έτσι, μετά την δήλωση του Ιουλίου του κ. Draghi για την επικείμενη διάλυση της Ευρωζώνης (βλ. πιο πάνω), η κα Μέρκελ απεφάνθη ότι πρέπει να σφίξει τα δόντια, να επισκεφτεί την Ελλάδα, και να αποσύρει από την ατζέντα την εκπαραθύρωση της Ελλάδας από την Ευρωζώνη.
Αυτή η παραδοχή της κας Μέρκελ, ότι δηλαδή η εκδίωξη της Ελλάδας θα οδηγούσε στην σίγουρη διάλυση της Ευρωζώνης, έφερε (σε συνδυασμό με την ανακοίνωση του προγράμματος ΟΜΤ εκ μέρους της ΕΚΤ) την ηρεμία στις χρηματαγορές που επικρατεί μέχρι και σήμερα – με τα spreads να έχουν μειωθεί σημαντικά. Πρόκειται για ένα ενδιαφέρον παράδοξο: Επειδή οι αγορές θεώρησαν τις κατευθύνσεις της Ευρωζώνης απίστευτα ανόητες, μία μικρή «διόρθωση» εκ μέρους της κας Μέρκελ ήταν ικανή για να φέρει την (πρόσκαιρη) ανακούφιση και κάποια ηρεμία. Για την ακρίβεια, η διαδικασία εξελίχθηκε ως εξής:
1. Η άρνηση της Γερμανίας να συζητήσει την δημιουργία πραγματικών ευρω-ομόλογων και, παράλληλα, η άρνησή της να αποδεχθεί, στην πράξη, την πρόταση Monti (του Ιουνίου) για αποδέσμευση της τραπεζικής κρίσης από την κρίση χρέους, οδήγησαν σε μια γιγάντια μετανάστευση κεφαλαίων από την Περιφέρεια προς την Γερμανία – εξαναγκάζοντας το σύστημα Ευρωπαϊκών Κεντρικών Τραπεζών να καλύψει την διαφορά με αντίστοιχα μεγάλες παροχές ρευστότητας στην Περιφέρεια (ώστε να μην καταρρεύσει η Ευρωζώνη).
2. Υπό αυτές τις συνθήκες, η Ελλάδα (που είχε ήδη υποστεί μια διετία κατάρρευσης) άρχισε να φαντάζει ως υποψήφια για εκπαραθύρωση, καθώς παρά την πτώχευσή της στις αρχές του 2012 το χρέος της παρέμενε μη βιώσιμο.
3. Η σκέψη ότι η Ελλάδα, και ίσως και η Πορτογαλία, ετοιμάζονταν να «εξέλθουν» πανικόβαλε αγορές και επενδυτές και διόγκωσε ακόμα περισσότερο την φυγή κεφαλαίων από ολόκληρη την Περιφέρεια προς την Γερμανία, μεγεθύνοντας περαιτέρω τις εσωτερικές ανισορροπίες του συστήματος Ευρωπαϊκών Κεντρικών Τραπεζών.
4. Με την ΕΚΤ να νιώθει την πίεση πάνω της να ξεπερνά τα όρια που μπορούσε να «σηκώσει», ο κ. Draghi πήρε το ζήτημα πάνω του και απαίτησε να μπει τέλος στην συζήτηση για αποπομπή Ελλάδας και Πορτογαλίας – σε μια περίοδο που ένας τέτοιος ακρωτηριασμός είχε θεωρηθεί σχεδόν σίγουρος.
5. Υπό την πίεση της ΕΚΤ η κα Μέρκελ αποφάσισε να συμμορφωθεί και να βγάλει από το τραπέζι της συζήτησης την αποπομπή της Ελλάδας – κάτι που σηματοδότησε με την επίσκεψή της στην Αθήνα.
6. Η είδηση αυτή, ότι η Ευρωζώνη δεν θα μπει στην διαδικασία ηθελημένων αποπομπών, έφερε ένα κύμμα ανακούφισης που, σε συνδυασμό με την ανακοίνωση του ΟΜΤ εκ μέρους της ΕΚΤ, ηρέμησε τις αγορές και εξασφάλισε κι άλλο χρόνο στους πολιτικούς της Ευρωζώνης (όπως είχε κάνει προηγουμένως το LTRO του κ. Draghi στις αρχές του 2012).
Το «παγκόσμιο» 2013
Το 2013 δυστυχώς δεν υπόσχεται την λήξη της παγκόσμιας κρίσης. Κάθε άλλο.
• Στις ΗΠΑ η χώρα καταφέρνει να κρατιέται στο χείλος του γκρεμού μιας νέας ύφεσης, χωρίς να κάνει το μοιραίο βήμα. Όμως για πρώτη φορά στην ιστορία της Αμερικής παρατηρούμε τραπεζικές καταθέσεις που ξεπερνούν τα τραπεζικά δάνεια (σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά) κατά... $2 τρις! Κάτι αντίστοιχο παρατηρούμε και στην Ευρώπη.
• Παράλληλα, εκεί που οι αμερικανικές πολυεθνικές το 2007 λάμβαναν από τον υπόλοιπο κόσμο περί τα $500 δις δανείων (για να προβούν σε παραγωγικές επενδύσεις), σήμερα το ποσό αυτό ανέρχεται στα -$50 δις (δηλαδή, οι αμερικανικές εταιρείες δανείζουν στον υπόλοιπο κόσμο $50 δις, καθαρά).
• Δεδομένων των πολιτικών περιορισμών που αντιμετωπίζει η Αμερική (ίσως να έχετε ακούσει για τον «δημοσιονομικό γκρεμό» και το «ταβάνι χρέους»), είναι σχεδόν σίγουρο ότι οι ΗΠΑ, κόντρα στην βούληση της κυβέρνησης Ομπάμα, θα ακολουθήσει την Ευρώπη σε μια πολιτική ημι-αυτοματοποιημένης λιτότητας.
• Η Ιαπωνία και η Κίνα τελούν υπό καθεστώς πανικού καθώς η ενεργός ζήτηση για τις εξαγωγές τους από ΗΠΑ και Ευρώπη, δίχως τις οποίες δεν καταφέρνουν να σταθεροποιούν την εγχώρια οικονομία τους, όλο και φθίνει.
• Η Βρετανία βιώνει μια πρωτόγνωρη ύφεση, προϊόν του παράξενου συνδυασμού νομισματικής χαλάρωσης και σκληρής λιτότητας, την ώρα που στην αγορά εργασίας οι «καλές» θέσεις εργασίας αντικαθίστανται γοργά από μερικής απασχόλησης, επισφαλείς και κακοπληρωμένες θέσεις εργασίας.
• Η Γερμανία προετοιμάζει τον εαυτό της για έναν νέο γύρο λιτότητας για το... 2014 ώστε να ικανοποιηθεί η πιο μακροοικονομικά ανόητη συνταγματική πρόβλεψη στην ιστορία της ανθρωπότητας.
• Η νομισματική χαλάρωση που επιφέρουν ταυτόχρονα οι Κεντρικές Τράπεζες των ΗΠΑ, της Βρετανίας, της Ιαπωνίας, της Ελβετίας και των Σκανδιναβικών χωρών (με στόχο την μείωση της αξίας των νομισμάτων τους, και την αύξηση των εξαγωγών) θα έχουν δύο θύματα: Αναπτυσσόμενες χώρες όπως η Βραζιλία και η Ν. Αφρική, των οποίων τα νομίσματα υπερτιμώνται, και την Ευρωζώνη της οποίας το ευρώ θα ανεβαίνει σε μια περίοδο που η Ευρωπαϊκή Περιφέρεια συνθλίβεται από την υψηλή ισοτιμία του κοινού νομίσματος.
Ο συνδυασμός των εξελίξεων αυτών, που διαφαίνονται καθαρά για το 2013, προϊδεάζουν ότι τίποτα δεν συμβαίνει σήμερα στην παγκόσμια οικονομία που να μπορεί να ανατρέψει την υφεσιακή πορεία ενός πλανήτη ο οποίος δεν λέει να συνέλθει από το χτύπημα του 2008.
Το «δικό μας» 2013
Η ελληνική κυβέρνηση διακηρύσσει ότι το 2013 θα είναι έτος ανάκαμψης. Μακάρι. Υπέρ της έχει το γεγονός ότι η Γερμανία κατάλαβε, επί τέλους, πως το Ευρωσύστημα δεν θα επιβιώσει ούτε ένα μήνα αν έστω και μία χώρα-μέλος εκδιωχθεί. Δεδομένου ότι τους περισσότερους μήνες του 2012 η πλειοψηφία θεωρούσε σίγουρη την εκπαραθύρωση της Ελλάδας, η χρονιά που πέρασε ήταν μια περίοδος πλήρους απονέκρωσης της ελληνικής οικονομίας. Δεν κουνιόταν φύλλο! Συνεπώς, η συνειδητοποίηση ότι η Ελλάδα θα παραμείνει στο ευρώ, κατ’ εμέ (όπως ισχυρίζομαι τρία χρόνια τώρα) όσο υπάρχει το κοινό νόμισμα, αρκεί για να επιστρέψει κάποια οικονομική δραστηριότητα στην χώρα. Παράληλλα, η εξόφληση (από την τελευταία δόση) μερικών από τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου, η επανα-εκκίνηση κάποιων δημόσιων έργων (αυτοκινητόδρομοι, Μετρό), κάποια χρήματα από το ΕΣΠΑ κλπ., θα φέρουν έναν βαθμό σταθεροποίησης – ίσως και μια πρόσκαιρη μείωση του ρυθμού συρρίκνωσης του ΑΕΠ.
Αρκούν αυτά για να γίνει πραγματικότητα η υπόσχεση του πρωθυπουργού ότι το 2013 γυρνάμε σελίδα; Ο κ. Σαμαράς ευελπιστεί ότι οι εξελίξεις που περιέγραψε στην προηγούμενη παράγραφο, μαζί με τις διαρθρωτικές αλλαγές, αρκούν για να φέρουν στην χώρα τις πολυπόθητες επενδύσεις που θα θέσουν τέλος στην αυτοτροφοδοτούμενη Κρίση. Άλλη μια φορά, εύχομαι να έχει δίκιο. Δυστυχώς, πολύ φοβάμαι ότι δεν έχει. Τρεις είναι οι λόγοι:
1. Το τραπεζικό σύστημα θα παραμείνει νεκροζώντανο καθώς η ανακεφαλαιοποίηση (που δεν θα ήταν έτσι κι αλλιώς αρκετή, δεδομένων των μη εξυπηρετούμενων δανείων τα οποία δεν έχουν υπολογιστεί) είναι καταδικασμένη σε αποτυχία μετά τη δεύτερη πτώχευση του ελληνικού δημοσίου, το PSI 2 που ονομάστηκε «επαναγορά χρέους». Οι πτωχεύμενες τράπεζες θυμίζουν πηγάδι που στέγνωσε: Για να μπορέσουν να λειτουργήσουν και πάλι «αρδευτικά», είναι απαραίτητο να τους προσθέσουμε ικανή «ρευστότητα» ώστε να ξεχειλίσουν (περί τα 55 δις υπολογίζω το ποσό που απαιτείται) προς τον παραπλήσιο ιδιωτικό τομέα. Αν τους προσθέσουμε την μισή ρευστότητα (όπως προέβλεπε να κάνει το προ της επαναγοράς σχέδιο ανακεφαλαιοποίησης), θα πάει χαμένη, καθώς δεν θα αρκεί για να «ποτιστούν» οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Πόσο μάλιστα τώρα που η «επαναγορά χρέους» τους μείωσε κι άλλο την στάθμη της ρευστότητάς τους (περί τα 14 δις). Το ζήτημα είναι απλό: Ανάκαμψη με τέτοια «ανακεφαλαιοποίηση» δεν γίνεται. Αυτό που κάναμε είναι να δανειστεί το πτωχευμένο δημόσιο ένα μεγάλο ποσό που θα πέσει στο στεγνό πηγάδι των τραπεζών και θα χαθεί για πάντα.
2. Το 2013 θα μας φέρει «μέτρα» άνω των 9 δις (που ήταν όρος για την ανακεφαλαιοποίηση). Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΔΝΤ, ο πολλαπλασιαστής στην Ελλάδα της Βαθειάς Ύφεσης δεν είναι μικρότερος του 1,7. Όπερ μεθερμηνευόμενο, το 2013 μας «υπόσχεται» μια περαιτέρω μείωση του εθνικού εισοδήματος περί τα 15 δις (15 δις μικρότερη ζήτηση για τις επιχειρήσεις) λόγω «μέτρων» (χωρίς να υπολογίζουμε τα μέτρα που θα μας επιβληθούν αργότερα). Πόσο μπορεί να διαλύσει το κλίμα απαισιοδοξίας που προκαλεί αυτή η προοπτική το 1,44 δις επενδύσεων της ΕΤΕπ (που εξασφάλισε η κυβέρνηση από τα... 12 δις που έχει η χώρα λαμβάνειν από το ΕΣΠΑ της περιόδου 2007-2012); Θα υπάρξουν αρκετοί επενδυτές τους οποίους θα συνεπάρει με την αισιοδοξία του ο πρωθυπουργός;
3. Η κυβέρνηση θεωρεί ότι η κατάσταση στην Ευρωζώνη συνολικά είναι υπό έλεγχο και, συνεπώς, ότι το κλίμα στην Ευρώπη βοηθά την σταθεροποίηση και της δικής μας οικονομίας. Είναι όμως έτσι; Με την Ιταλία και την Ισπανία σε ύφεση, την Γαλλία σε αντίστοιχη πορεία, την ΕΚΤ να παίζει ένα επικίνδυνο παιχνίδι με τις αγορές (καθώς έχει αναγγείλει το πρόγραμμα ΟΜΤ που, όμως, δεν μπορεί να ενεργοποιήσει), τις επενδύσεις και την βιομηχανική παραγωγή στον Πυρήνα σε κάμψη, το ευρώ να ισχυροποιείται (εις βάρος της ανταγωνιστικότητας τόσο του Πυρήνα όσο και της Περιφέρειας), το «διεθνές» και «ευρωπαϊκό» 2013 κάθε άλλο παρά φιλικό προς τον κ. Σαμαρά διαφαίνεται.
Κλείνοντας το πρώτο άρθρο της χρονιάς, νομίζω ότι αξίζει να καταλήξω στην ίδια πρόταση με την οποία «έκλεινα» τα πρώτα άρθρα των δύο τελευταίων ετών (βλ. άρθρα 10/1/2011 και 10/1/2012). Κι αυτό γιατί η συγκεκριμένη φράση παραμένει το ίδιο επίκαιρη:
«Αυτή η Κρίση, αν την αφήσουμε να εξελιχθεί … δεν θα δείξει επιείκεια σε κανέναν. Δεν θα διαχωρίσει τον φαύλο από τον χρηστό, τον Γερμανό βιομηχανικό εργάτη από τον αργόσχολο του ΟΣΕ, τον ιδιωτικό από τον δημόσιο υπάλληλο, τον έλληνα μεροκαματιάρη στον Ορχομενό από τον Πολωνό μετανάστη στο Παρίσι.»
[Του Γιάννη Βαρουφάκη από protagon.gr]
Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου