H δεκαετία του 2010 θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η “δεκαετία” των Δυτικών Βαλκανίων.
Tα επόμενα χρόνια όλα αυτά τα κράτη της περιοχής θα έχουν ουσιαστικά ενσωματωθεί στις δομές του ΝΑΤΟ και μερικά από αυτά στην Ε.Ε. Και μοιραία θα επέλθουν δραματικές ανακατατάξεις, εδαφικές, διασυνοριακές, διεθνοτικές.
H Ελλάδα eίναι άραγε έτοιμη να τις αντιμετωπίσει ή θα κάθεται ουραγός να τις παρακολουθεί χωρίς να μπορεί να έχει ουσιαστικό ρόλο σε αυτές, ασχολούμενη με την αυτοαναιρετική της ένδοια, λόγω οικονομικών προβλημάτων (κάνοντας ακόμη και σπασμωδικές κινήσεις αντιμετώπισης της οικονομικής της κρίσης, όπως την περικοπή των παρελάσεων - ασκήσεων - οπλικών συστημάτων, το οποίο αποτελεί και πάγιο αίτημα κάποιων, ανάξιων σχολιασμού, εκτός και αν αυτό είναι τμήμα κάποιου ευρύτερου σχεδιασμού πλήρους απαξίωσης του στρατού με σοβαρές συνέπειες ακόμη και στην άμυνα της χώρας) την ολόπλευρη αυτοκαστροφική ενδο-εθνοτική μηδενιστική της τάση;
Σε μερικές δεκαετίες στη γειτονική χώρα των Σκοπίων η πλειοψηφία του πληθυσμού γεωμετρικά θα είναι αλβανική. Έχουμε αναφερθεί στην πραγματική εθνική σύνθεση του κράτους αυτού, που φυσικά δεν ανταποκρίνεται στις επίσημες στατιστικές.
Στα μέσα της δεκαετίας του 2000 οι Αλβανοί αποτελούσαν το 25% του πληθυσμού, ενώ στις εκλογές του 2008 τα αλβανικά κόμματα συγκέντρωσαν λίγο περισσότερο από το 30% των ψήφων. Με δεδομένη την υψηλότερη γεννητικότητα του αλβανικού στοιχείου αλλά και το υψηλότερο ποσοστό Αλβανών στις νέες ηλικίες (κάτω των 18 ετών), το πραγματικό ποσοστό των Αλβανών είναι σαφώς υψηλότερο του 30% (προσωπικά πιστεύω ότι φτάνει και το 40%) και αυξάνεται με γρήγορους ρυθμούς.
Όπως και για τις άλλες εθνότητες, οι ανεξάρτητες πηγές δίνουν πολύ διαφορετικούς αριθμούς από εκείνους που δίνουν οι επίσημες στατιστικές. Ενδεικτικά αναφέρουμε τους Ρομ (Αθίγγανους), που υπολογίζονται σε 260 χιλιάδες (12% του πληθυσμού), σε αντίθεση με το 2%-3% των επίσημων αναφορών.
Όπως και η πραγματική μακεδονική μειονότητα (οι Έλληνες της γειτονικής χώρας) που ξεπερνά τις 250.000, ενώ στις επίσημες αναφορές ή δεν αναφέρονται καθόλου ή αναφέρονται ως διάφοροι, με ποσοστό 2% - 2,5%, για την οποία η επίσημη Αθήνα αδιαφορεί, αφήνοντας το πεδίο διεκδίκησης στους γείτονες, που θέτουν σε κάθε ευκαιρία θέμα μειονότητας των δήθεν “αιγιατών φυγάδων” - “παιδιών φυγάδων της Αιγιακής Μακεδονίας, κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα”, με όλους αυτούς τους αστήρικτους - ανιστόρητους γελοίους ισχυρισμούς, που όπως έχουμε τονίσει είναι πρόσωπα - παραλλαγές του βουλγαρικού διεκδικητισμού, αποτέλεσε εθνική ταπείνωση απροσμέτρητης συνέπειας η παρουσία του βούλγαρου πρωθυπουργού Bojko Borisov ελέω ελλήνων υπευθύνων - αρμοδίων, όσο ψηλά και αν στέκονται, στον Προμαχώνα για τη διάνοιξη των μπλόκων των αγροτών). Το γειτονικό κράτος δεν προέκυψε από κάποια ιστορική πραγματικότητα ή αναγκαιότητα, εκτός -βέβαια- από τους σερβικούς σχεδιασμούς του μεσοπολέμου, πλήρους αποβουλγαροποίησης της περιοχής, που φυσικά δεν πέτυχε, γιατί όπως είπαμε και παραπάνω το “κράτος” αυτό είναι από τα σπλάχνα του βουλγαρισμού, αλλά πολιτικά, από την ανάγκη συσπείρωσης και εξουσιών μιας ελίτ του τιτοϊκού καθεστώτος.
Η ανάγκη για μια εθνική ταυτότητα και μια εθνολογική οντότητα δεν προκύπτει από τους πραγματικούς εθνολογικούς συσχετισμούς μέσα στο κράτος αυτό.
Η παραπάνω ελίτ φιλοδοξούσε να μετατρέψει σε κυρίαρχη εθνοτική πολιτισμική και γλωσσική εθνότητα μια εφήμερη - πλαστή πλειοψηφία, που σύντομα νομοτελειακά θα καταστεί μειοψηφία. Σε ένα μελλοντικό κράτος των Σκοπίων, με αλβανική πλειοψηφία, θα ενταθεί η διαδικασία συγχρωτισμού με την Αλβανία και το Κοσσυφοπέδιο, θα αναζητηθεί ένας συνολικότερος επαναπροσδιορισμός της θέσης του στα σύγχρονα Βαλκάνια. Εάν σχηματικά τα σημερινά Σκόπια θα κοιτάξουν προς νότο, τα αυριανά Σκόπια κοιτάξουν προς βορρά και προς δυσμάς (ήδη κοιτάζουν προς ανατολάς).
Το πραγματικό διακύβευμα της αντιπαράθεσης μεταξύ της Ελλάδας και της γειτονικής χώρας είναι ο χρόνος. Το εάν και το πόσο θα συμβιβαστούν οι δύο πλευρές και το εάν θα αποδεχθούν μια “λύση” δεν είναι το κυρίαρχο. Για τη γειτονική χώρα το απολύτως ζητούμενο δεν είναι η διεθνής διάσταση του ζητήματος, αλλά το εσωτερικό μέτωπο. Είναι γεγονός δυστυχώς ότι το γειτονικό κράτος αναγνωρίζεται επισήμως από μια μεγάλη μερίδα κρατών διεθνώς ως “Μακεδονία”. Το πραγματικό πρόβλημα για τα Σκόπια είναι η “ιστορική συνέχεια”, που εκφράζεται μέσα από την κατοχύρωση της “μακεδονικής εθνικής ταυτότητας”.
Παρόλη την άριστα στημένη διεθνώς προπαγάνδα των Σλάβων της γειτονικής χώρας, κανένας σοβαρός άνθρωπος δεν πιστεύει ότι το κράτος αυτό αποτελεί επίγονο και κληρονόμο του Μ. Αλεξάνδρου. Ακόμη και αν γινόταν πιστευτό, θα ήταν εντελώς παράλογο να συμπυκνώσουν σε ένα “σλαβικό ψευτομόρφωμα της Σόφιας (όπως πραγματικά είναι), την οικουμενικότητα των πολιτισμικών αξιών και την απίστευτη συνεισφορά του Μ. Αλεξάνδρου και της ελληνιστικής περιόδου στον πολιτισμό. Εάν υπάρχει κάτι για το οποίο η σύγχρονη Ελλάδα μπορεί να αισθάνεται δικαιωμένη είναι ότι προσέδωσε με τον καλύτερο τρόπο αίγλη στην πολιτισμική της κληρονομιά και επιδίωξε να τη μετατρέψει σε τμήμα της παγκόσμιας πολιτισμικής κληρονομιάς. Κάτι αντίστοιχο τα Σκόπια δεν μπορούν να προσφέρουν.
Ένα από τα βασικά επιχειρήματα των Σκοπίων, σχετικά με την ελληνική πολιτική απέναντί τους, είναι ότι με το μπλοκάρισμα της διαδικασίας ένταξής τους στο ΝΑΤΟ και στην Ε.Ε. η Ελλάδα επιχειρεί να τα “στραγγαλίσει” και τελικά να τα οδηγήσει στην αποσταθεροποίηση. Στην πραγματικότητα, για να βλέπουμε τα πράγματα όπως είναι, η ελληνική πολιτική βλάπτει ελάχιστα έως καθόλου τα συμφέροντα του διεθνούς παράγοντα. Η στάση της Ελλάδας χαρακτηρίζεται περισσότερο ως “αναχρονισμός” ή “ξεροκεφαλιά” και η κατανοήσιμη, αλλά είμαστε πολύ περίεργοι να δούμε πώς θα αντιδράσουν αυτά τα κράτη εάν θίγονταν τα δικά τους συμφέροντα ή τους κλέβονταν η μισή εθνική τους ιστορία. Το βέτο για την ένταξη της γειτονικής χώρας στο ΝΑΤΟ έχει συμβολική σημασία και φυσικά δεν υπονομεύει τα συμφέροντα των Σκοπίων ούτε αυτά των ΗΠΑ.
Τα Σκόπια (όπως άλλωστε και το Κοσσυφοπέδιο και η Βοσνία) πρακτικά είναι έδαφος υπό απόλυτη κηδεμόνευση από το ΝΑΤΟ, απολαμβάνουν την ιδιότυπη μορφή ασφάλειας, που προβλέπει η αμερικανικών προδιαγραφών νέα αρχιτεκτονική των Βαλκανίων, ενώ ο φιλοαμερικανισμός τους υπερβαίνει και αυτόν των πιστότερων συμμάχων των ΗΠΑ μέσα στο ΝΑΤΟ. Η γειτονική χώρα συμμετέχει ενεργά στις διάφορες ειρηνευτικές αποστολές της Συμμαχίας ταυτιζόμενη με απόλυτη ακρίβεια, μέχρι παρεξηγήσεως, με τις επιλογές των ΗΠΑ, και δέχεται στο έδαφός της ξένα στρατεύματα. Δεν γνωρίζουμε τι περισσότερα θα προσέφερε στην αμερικανοσκοπιανή συμμαχία η ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ.
Ελάχιστα βλαπτική για τα συμφέροντα της γειτονικής χώρας είναι και η ελληνική άρνηση για την ένταξή της στην Ε.Ε. Ακόμη κι αν το γειτονικό κράτος θα αποκτούσε το καθεστώς της υπό ένταξη χώρας, οι διαδικασίες θα διαρκούσαν αρκετά χρόνια. Τα Σκόπια αξιοποιούν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα, που τους δίνει το σημερινό καθεστώς (φθηνό εργατικό δυναμικό, τριτοκοσμική επενδυτική νομική κατοχύρωση κτλ.), τα οποία τους επιτρέπουν να προσελκύουν ξένες επενδύσεις, μεγάλο μέρος των οποίων προέρχονται από την Ελλάδα. Εάν τα Σκόπια ενταχθούν στην Ε.Ε., η αναγκαία εναρμόνιση με το κοινοτικό δίκαιο θα τους αποστερήσει σε μεγάλο βαθμό αυτά τα “πλεονεκτήματα” και σταδιακά θα τα μετατρέψει σε “μη ελκυστική” χώρα, που δύσκολα θα προσελκύει ξένες παραγωγικές επενδύσεις.
Η πραγματική προσδοκία της γειτονικής χώρας είναι ότι η Ελλάδα θα εξαναγκαστεί σε “άτακτη υποχώρηση” υπό το καθεστώς των διεθνών πιέσεων και θα δειχθεί μια συμφωνία, η οποία θα περιέχει τον όρο “Μακεδονία” με γεωγραφικό προσδιορισμό για τις διμερείς σχέσεις και την ελεύθερη χρήση του όρου “Μακεδονία” στις σχέσεις των Σκοπίων με τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς.
Ούτε αυτό είναι αρκετό για το γειτονικό κράτος. Η απαίτηση είναι να αποδεχθεί η Ελλάδα τη “μακεδονική εθνική ταυτότητα” και “συνέχεια”, δηλαδή να εκχωρήσει σε ένα άλλο κράτος, ένα μέρος της δικής της ιστορικής κληρονομιάς, προκειμένου αυτό το κράτος να έχει τη μοναδική και αποκλειστική χρήση της, δηλαδή να αποδεχθεί τη μεγαλύτερη ιστορική απάτη όλων των εποχών. Είναι κωμικοτραγικό αλλά και ταυτόχρονα… αποκαλυπτικό το γεγονός ότι το γειτονικό κράτος ζητά τη… συνδρομή της Ελλάδας, για να κατασκευάσει τη δική της ιστορία! Ούτως ή άλλως τα Σκόπια προχωρούν σε θρασύτατες μετονομασίες αεροδρομίων, δρόμων, στήνουν χολιγουντιανά σκηνικά με υπερμεγέθη αγάλματα.
Όμως η ιστορία και η πολιτισμική κληρονομιά δεν είναι θέμα διαπραγμάτευσης ούτε εκχωρούνται με πληρεξούσια. Υπάρχουν και αποτελούν τμήμα της παγκόσμιας ιστορικής μνήμης και η μνήμη αυτή δεν μπορεί να εξαλειφθεί με συμφωνίες. Η μακεδονική κληρονομιά - ιστορία - εθνογραφία είναι η ίδια η Ελλάδα και αυτό δεν αλλάζει. Και προπαντός ένα πρέπει να είναι γνωστό, η ιστορία δεν βιάζεται. Δεν παραχαράσσεται γιατί αργά ή γρήγορα τα αποτελέσματα θα είναι αναπόφευκτα τραγικά αλλά δίκαια.
Tα επόμενα χρόνια όλα αυτά τα κράτη της περιοχής θα έχουν ουσιαστικά ενσωματωθεί στις δομές του ΝΑΤΟ και μερικά από αυτά στην Ε.Ε. Και μοιραία θα επέλθουν δραματικές ανακατατάξεις, εδαφικές, διασυνοριακές, διεθνοτικές.
H Ελλάδα eίναι άραγε έτοιμη να τις αντιμετωπίσει ή θα κάθεται ουραγός να τις παρακολουθεί χωρίς να μπορεί να έχει ουσιαστικό ρόλο σε αυτές, ασχολούμενη με την αυτοαναιρετική της ένδοια, λόγω οικονομικών προβλημάτων (κάνοντας ακόμη και σπασμωδικές κινήσεις αντιμετώπισης της οικονομικής της κρίσης, όπως την περικοπή των παρελάσεων - ασκήσεων - οπλικών συστημάτων, το οποίο αποτελεί και πάγιο αίτημα κάποιων, ανάξιων σχολιασμού, εκτός και αν αυτό είναι τμήμα κάποιου ευρύτερου σχεδιασμού πλήρους απαξίωσης του στρατού με σοβαρές συνέπειες ακόμη και στην άμυνα της χώρας) την ολόπλευρη αυτοκαστροφική ενδο-εθνοτική μηδενιστική της τάση;
Σε μερικές δεκαετίες στη γειτονική χώρα των Σκοπίων η πλειοψηφία του πληθυσμού γεωμετρικά θα είναι αλβανική. Έχουμε αναφερθεί στην πραγματική εθνική σύνθεση του κράτους αυτού, που φυσικά δεν ανταποκρίνεται στις επίσημες στατιστικές.
Στα μέσα της δεκαετίας του 2000 οι Αλβανοί αποτελούσαν το 25% του πληθυσμού, ενώ στις εκλογές του 2008 τα αλβανικά κόμματα συγκέντρωσαν λίγο περισσότερο από το 30% των ψήφων. Με δεδομένη την υψηλότερη γεννητικότητα του αλβανικού στοιχείου αλλά και το υψηλότερο ποσοστό Αλβανών στις νέες ηλικίες (κάτω των 18 ετών), το πραγματικό ποσοστό των Αλβανών είναι σαφώς υψηλότερο του 30% (προσωπικά πιστεύω ότι φτάνει και το 40%) και αυξάνεται με γρήγορους ρυθμούς.
Όπως και για τις άλλες εθνότητες, οι ανεξάρτητες πηγές δίνουν πολύ διαφορετικούς αριθμούς από εκείνους που δίνουν οι επίσημες στατιστικές. Ενδεικτικά αναφέρουμε τους Ρομ (Αθίγγανους), που υπολογίζονται σε 260 χιλιάδες (12% του πληθυσμού), σε αντίθεση με το 2%-3% των επίσημων αναφορών.
Όπως και η πραγματική μακεδονική μειονότητα (οι Έλληνες της γειτονικής χώρας) που ξεπερνά τις 250.000, ενώ στις επίσημες αναφορές ή δεν αναφέρονται καθόλου ή αναφέρονται ως διάφοροι, με ποσοστό 2% - 2,5%, για την οποία η επίσημη Αθήνα αδιαφορεί, αφήνοντας το πεδίο διεκδίκησης στους γείτονες, που θέτουν σε κάθε ευκαιρία θέμα μειονότητας των δήθεν “αιγιατών φυγάδων” - “παιδιών φυγάδων της Αιγιακής Μακεδονίας, κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα”, με όλους αυτούς τους αστήρικτους - ανιστόρητους γελοίους ισχυρισμούς, που όπως έχουμε τονίσει είναι πρόσωπα - παραλλαγές του βουλγαρικού διεκδικητισμού, αποτέλεσε εθνική ταπείνωση απροσμέτρητης συνέπειας η παρουσία του βούλγαρου πρωθυπουργού Bojko Borisov ελέω ελλήνων υπευθύνων - αρμοδίων, όσο ψηλά και αν στέκονται, στον Προμαχώνα για τη διάνοιξη των μπλόκων των αγροτών). Το γειτονικό κράτος δεν προέκυψε από κάποια ιστορική πραγματικότητα ή αναγκαιότητα, εκτός -βέβαια- από τους σερβικούς σχεδιασμούς του μεσοπολέμου, πλήρους αποβουλγαροποίησης της περιοχής, που φυσικά δεν πέτυχε, γιατί όπως είπαμε και παραπάνω το “κράτος” αυτό είναι από τα σπλάχνα του βουλγαρισμού, αλλά πολιτικά, από την ανάγκη συσπείρωσης και εξουσιών μιας ελίτ του τιτοϊκού καθεστώτος.
Η ανάγκη για μια εθνική ταυτότητα και μια εθνολογική οντότητα δεν προκύπτει από τους πραγματικούς εθνολογικούς συσχετισμούς μέσα στο κράτος αυτό.
Η παραπάνω ελίτ φιλοδοξούσε να μετατρέψει σε κυρίαρχη εθνοτική πολιτισμική και γλωσσική εθνότητα μια εφήμερη - πλαστή πλειοψηφία, που σύντομα νομοτελειακά θα καταστεί μειοψηφία. Σε ένα μελλοντικό κράτος των Σκοπίων, με αλβανική πλειοψηφία, θα ενταθεί η διαδικασία συγχρωτισμού με την Αλβανία και το Κοσσυφοπέδιο, θα αναζητηθεί ένας συνολικότερος επαναπροσδιορισμός της θέσης του στα σύγχρονα Βαλκάνια. Εάν σχηματικά τα σημερινά Σκόπια θα κοιτάξουν προς νότο, τα αυριανά Σκόπια κοιτάξουν προς βορρά και προς δυσμάς (ήδη κοιτάζουν προς ανατολάς).
Το πραγματικό διακύβευμα της αντιπαράθεσης μεταξύ της Ελλάδας και της γειτονικής χώρας είναι ο χρόνος. Το εάν και το πόσο θα συμβιβαστούν οι δύο πλευρές και το εάν θα αποδεχθούν μια “λύση” δεν είναι το κυρίαρχο. Για τη γειτονική χώρα το απολύτως ζητούμενο δεν είναι η διεθνής διάσταση του ζητήματος, αλλά το εσωτερικό μέτωπο. Είναι γεγονός δυστυχώς ότι το γειτονικό κράτος αναγνωρίζεται επισήμως από μια μεγάλη μερίδα κρατών διεθνώς ως “Μακεδονία”. Το πραγματικό πρόβλημα για τα Σκόπια είναι η “ιστορική συνέχεια”, που εκφράζεται μέσα από την κατοχύρωση της “μακεδονικής εθνικής ταυτότητας”.
Παρόλη την άριστα στημένη διεθνώς προπαγάνδα των Σλάβων της γειτονικής χώρας, κανένας σοβαρός άνθρωπος δεν πιστεύει ότι το κράτος αυτό αποτελεί επίγονο και κληρονόμο του Μ. Αλεξάνδρου. Ακόμη και αν γινόταν πιστευτό, θα ήταν εντελώς παράλογο να συμπυκνώσουν σε ένα “σλαβικό ψευτομόρφωμα της Σόφιας (όπως πραγματικά είναι), την οικουμενικότητα των πολιτισμικών αξιών και την απίστευτη συνεισφορά του Μ. Αλεξάνδρου και της ελληνιστικής περιόδου στον πολιτισμό. Εάν υπάρχει κάτι για το οποίο η σύγχρονη Ελλάδα μπορεί να αισθάνεται δικαιωμένη είναι ότι προσέδωσε με τον καλύτερο τρόπο αίγλη στην πολιτισμική της κληρονομιά και επιδίωξε να τη μετατρέψει σε τμήμα της παγκόσμιας πολιτισμικής κληρονομιάς. Κάτι αντίστοιχο τα Σκόπια δεν μπορούν να προσφέρουν.
Ένα από τα βασικά επιχειρήματα των Σκοπίων, σχετικά με την ελληνική πολιτική απέναντί τους, είναι ότι με το μπλοκάρισμα της διαδικασίας ένταξής τους στο ΝΑΤΟ και στην Ε.Ε. η Ελλάδα επιχειρεί να τα “στραγγαλίσει” και τελικά να τα οδηγήσει στην αποσταθεροποίηση. Στην πραγματικότητα, για να βλέπουμε τα πράγματα όπως είναι, η ελληνική πολιτική βλάπτει ελάχιστα έως καθόλου τα συμφέροντα του διεθνούς παράγοντα. Η στάση της Ελλάδας χαρακτηρίζεται περισσότερο ως “αναχρονισμός” ή “ξεροκεφαλιά” και η κατανοήσιμη, αλλά είμαστε πολύ περίεργοι να δούμε πώς θα αντιδράσουν αυτά τα κράτη εάν θίγονταν τα δικά τους συμφέροντα ή τους κλέβονταν η μισή εθνική τους ιστορία. Το βέτο για την ένταξη της γειτονικής χώρας στο ΝΑΤΟ έχει συμβολική σημασία και φυσικά δεν υπονομεύει τα συμφέροντα των Σκοπίων ούτε αυτά των ΗΠΑ.
Τα Σκόπια (όπως άλλωστε και το Κοσσυφοπέδιο και η Βοσνία) πρακτικά είναι έδαφος υπό απόλυτη κηδεμόνευση από το ΝΑΤΟ, απολαμβάνουν την ιδιότυπη μορφή ασφάλειας, που προβλέπει η αμερικανικών προδιαγραφών νέα αρχιτεκτονική των Βαλκανίων, ενώ ο φιλοαμερικανισμός τους υπερβαίνει και αυτόν των πιστότερων συμμάχων των ΗΠΑ μέσα στο ΝΑΤΟ. Η γειτονική χώρα συμμετέχει ενεργά στις διάφορες ειρηνευτικές αποστολές της Συμμαχίας ταυτιζόμενη με απόλυτη ακρίβεια, μέχρι παρεξηγήσεως, με τις επιλογές των ΗΠΑ, και δέχεται στο έδαφός της ξένα στρατεύματα. Δεν γνωρίζουμε τι περισσότερα θα προσέφερε στην αμερικανοσκοπιανή συμμαχία η ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ.
Ελάχιστα βλαπτική για τα συμφέροντα της γειτονικής χώρας είναι και η ελληνική άρνηση για την ένταξή της στην Ε.Ε. Ακόμη κι αν το γειτονικό κράτος θα αποκτούσε το καθεστώς της υπό ένταξη χώρας, οι διαδικασίες θα διαρκούσαν αρκετά χρόνια. Τα Σκόπια αξιοποιούν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα, που τους δίνει το σημερινό καθεστώς (φθηνό εργατικό δυναμικό, τριτοκοσμική επενδυτική νομική κατοχύρωση κτλ.), τα οποία τους επιτρέπουν να προσελκύουν ξένες επενδύσεις, μεγάλο μέρος των οποίων προέρχονται από την Ελλάδα. Εάν τα Σκόπια ενταχθούν στην Ε.Ε., η αναγκαία εναρμόνιση με το κοινοτικό δίκαιο θα τους αποστερήσει σε μεγάλο βαθμό αυτά τα “πλεονεκτήματα” και σταδιακά θα τα μετατρέψει σε “μη ελκυστική” χώρα, που δύσκολα θα προσελκύει ξένες παραγωγικές επενδύσεις.
Η πραγματική προσδοκία της γειτονικής χώρας είναι ότι η Ελλάδα θα εξαναγκαστεί σε “άτακτη υποχώρηση” υπό το καθεστώς των διεθνών πιέσεων και θα δειχθεί μια συμφωνία, η οποία θα περιέχει τον όρο “Μακεδονία” με γεωγραφικό προσδιορισμό για τις διμερείς σχέσεις και την ελεύθερη χρήση του όρου “Μακεδονία” στις σχέσεις των Σκοπίων με τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς.
Ούτε αυτό είναι αρκετό για το γειτονικό κράτος. Η απαίτηση είναι να αποδεχθεί η Ελλάδα τη “μακεδονική εθνική ταυτότητα” και “συνέχεια”, δηλαδή να εκχωρήσει σε ένα άλλο κράτος, ένα μέρος της δικής της ιστορικής κληρονομιάς, προκειμένου αυτό το κράτος να έχει τη μοναδική και αποκλειστική χρήση της, δηλαδή να αποδεχθεί τη μεγαλύτερη ιστορική απάτη όλων των εποχών. Είναι κωμικοτραγικό αλλά και ταυτόχρονα… αποκαλυπτικό το γεγονός ότι το γειτονικό κράτος ζητά τη… συνδρομή της Ελλάδας, για να κατασκευάσει τη δική της ιστορία! Ούτως ή άλλως τα Σκόπια προχωρούν σε θρασύτατες μετονομασίες αεροδρομίων, δρόμων, στήνουν χολιγουντιανά σκηνικά με υπερμεγέθη αγάλματα.
Όμως η ιστορία και η πολιτισμική κληρονομιά δεν είναι θέμα διαπραγμάτευσης ούτε εκχωρούνται με πληρεξούσια. Υπάρχουν και αποτελούν τμήμα της παγκόσμιας ιστορικής μνήμης και η μνήμη αυτή δεν μπορεί να εξαλειφθεί με συμφωνίες. Η μακεδονική κληρονομιά - ιστορία - εθνογραφία είναι η ίδια η Ελλάδα και αυτό δεν αλλάζει. Και προπαντός ένα πρέπει να είναι γνωστό, η ιστορία δεν βιάζεται. Δεν παραχαράσσεται γιατί αργά ή γρήγορα τα αποτελέσματα θα είναι αναπόφευκτα τραγικά αλλά δίκαια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου