Του Γιάννη Λαγουδάκη*
Αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός πως το ενδεχόμενο εξόδου της Ελλάδας από τη ζώνη του ευρώ και επιστροφής της στο εθνικό νόμισμα -ένα θέμα "ταμπού" μέχρι πριν 1-2 χρόνια- κυριάρχησε στον εντός των συνόρων δημόσιο πολιτικό διάλογο καθʼ όλη την επώδυνη προεκλογική περίοδο των δύο πρόσφατων εκλογικών αναμετρήσεων. Την ίδια στιγμή, σε διεθνές επίπεδο πολιτικοί από όλα τα κράτη – μέλη της Ευρωζώνης, διαφορετικών μάλιστα πολιτικών αποχρώσεων, μιλούσαν ανοιχτά πλέον για την πιθανή αποχώρηση της χώρας μας από το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα, ενώ δεν ήταν λίγα τα δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου που έκαναν λόγο για επεξεργασία εναλλακτικών σχεδίων "εκτάκτου ανάγκης" εκ μέρους των κυβερνήσεων των ισχυρότερων ευρωπαϊκών κρατών αλλά και των μεγάλων χρηματοπιστωτικών οργανισμών, σε περίπτωση υλοποίησης ενός τέτοιου σεναρίου, ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι όποιοι κραδασμοί.
Παρʼ όλο, ωστόσο, που η σχετική συζήτηση το τελευταίο διάστημα έχει "φουντώσει" για τα καλά, οι προπαγανδιστικοί και κυρίως κινδυνολογικοί όροι, με τους οποίους αυτή διεξάγεται στο εγχώριο πολιτικό σκηνικό, κάθε άλλο παρά διαφωτίζουν τον μέσο πολίτη και τον εξοπλίζουν με τα απαραίτητα εφόδια ώστε να εκφράσει απρόσκοπτα και συνειδητά την όποια βούληση και επιλογή του. Όπως η εξ αποκαλύψεως αλήθεια, στα μέσα της δεκαετίας του 1990, εκφραζόταν με το ιδεολόγημα της "πολιτικής της σκληρής δραχμής", έτσι και η τρέχουσα εξ αποκαλύψεως αλήθεια εκφράζεται με το θέσφατο ότι "η επιστροφή στη δραχμή σημαίνει καταστροφή".
Ως αποτέλεσμα, κάθε απόπειρα αναφοράς στη λέξη "δραχμή" και στην απλή έστω διερεύνηση περίπτωσης επαναφοράς της, λοιδορείται και χλευάζεται a priori από τους αυτόκλητους "σωτήρες" της πατρίδας και τα πρόθυμα "παπαγαλάκια" τους ως απολύτως καταστροφική, καθώς "νομοτελειακά" θα επιφέρει στη χώρα μας ανεξέλεγκτη χρεωκοπία, γενικευμένη φτώχεια, εκρηκτική κοινωνική αναταραχή αλλά και θα την οδηγήσει εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης (με όποιους τυχόν εθνικούς κινδύνους αυτό συνεπάγεται), σε α λα Ενβέρ Χότζα αλβανοποίηση, σε πλήρη διεθνή απομόνωση.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της άκριτης κινδυνολογίας, αποτελεί η δήλωση του πρωθυπουργού Α. Σαμαρά, ο οποίος σε πρόσφατη συνέντευξή στη γερμανική εφημερίδα "Sueddeutsche Zeitung" απεφάνθη απερίφραστα πως η επιστροφή στη δραχμή θα σήμαινε την καταστροφή της χώρας και το τέλος της δημοκρατίας!
Πρόκειται ασφαλώς για ένα πολύ βολικό -για ορισμένους- εκφοβιστικό επιχείρημα. Είναι όμως και βάσιμο;
Το ευρώ ως κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα επιλέχτηκε για να διευκολύνει τους σκοπούς των μεγάλων επιχειρήσεων και τραπεζών της Ευρώπης μέσα σʼ ένα καθεστώς πλήρους απελευθέρωσης των κεφαλαίων, παγκοσμιοποίησης και απόλυτης κυριαρχίας των αγορών. Με την προσχώρηση στη ζώνη του ευρώ, τα κράτη – μέλη εκχώρησαν πλήρως την εθνική νομισματική και συναλλαγματική τους πολιτική, με συνέπεια να μην μπορούν πλέον να χρησιμοποιούν την ισοτιμία του εθνικού νομίσματος για να αποκαθιστούν την ανταγωνιστικότητα των προϊόντων τους, ούτε τα μέχρι τώρα εθνικά μέσα νομισματικής πολιτικής για να εφαρμόζουν μια οικονομική πολιτική που να εξυπηρετεί εθνικούς στόχους.
Βέβαια, εάν όλα τα συμμετέχοντα κράτη είχαν το ίδιο -ή έστω παρόμοιο- επίπεδο ανάπτυξης, η διαχείριση μιας τέτοιας νομισματικής ένωσης θα ήταν ενδεχομένως περισσότερο ομαλή. Με δεδομένο ωστόσο ότι κάτι τέτοιο σαφώς δεν ισχύει, μια νομισματική ένωση μεταξύ χωρών με τόσο διαφορετικό επίπεδο ανάπτυξης αποδεικνύεται ολοένα και περισσότερο πως δεν μπορεί να είναι βιώσιμη.
Η πεισματική (και εν μέρει κατανοητή ως προς τη διασφάλιση συγκεκριμένων οικονομικών συμφερόντων) άρνηση του διευθυντηρίου της Ε.Ε. να λάβει δραστικές πρωτοβουλίες ώστε να βοηθήσει τα αδύναμα μέλη της περιφέρειας να μειώσουν τα οικονομικά τους μειονεκτήματα σε σχέση με τις χώρες του κέντρου, συνέβαλε καθοριστικά στη δημιουργία ακόμα μεγαλύτερων ανισοτήτων, κάτι το οποίο εκμεταλλεύονται φυσικά στο έπακρο οι ισχυρές χώρες και οι διεθνείς οικονομικές ελίτ. Αποτελεί κοινή διαπίστωση πλέον πως η είσοδος και συνεχιζόμενη συμμετοχή της Ελλάδας στην ΟΝΕ την οδήγησε σε αποδιάρθρωση της παραγωγικής της βάσης, φέρνοντάς τη σε δυσμενέστερη θέση στον διεθνή καταμερισμό της εργασίας, σε σύγκριση με την κατάσταση που βρισκόταν πριν την ένταξή της στο ευρώ. Με τη συμμετοχή της στην Ευρωζώνη -μετά την επιβολή της πλήρους αποβιομηχάνισης και την απαξίωση, μέσα από κεντρικούς σχεδιασμούς, του αγροτικού τομέα- η χώρα μας έχει μετατραπεί ουσιαστικά σε προτεκτοράτο που είναι καταδικασμένο να εξαθλιωθεί.
Η πρόσφατη διεθνής οικονομική κρίση, σε συνδυασμό με τις γνωστές χρόνιες εσωτερικές παθογένειες, έχουν επιδεινώσει στη χώρα μας όλους τους σχετικούς δείκτες. Στην Ελλάδα του 2012 η κρίση έχει πάρει την πιο οξεία και δραματική μορφή, ενώ η "συνταγή σωτηρίας" του Μνημονίου και της τρόικας όχι μόνο δεν επιφέρει καμιά ανακούφιση στη ζωή των λαϊκών στρωμάτων, αλλά συσσωρεύει και πρόσθετα δεινά στον λαό:
Οι συλλογικές συμβάσεις καταργούνται, η μονιμότητα στο Δημόσιο αμφισβητείται, οι μισθοί και οι συντάξεις χάνονται μαζί με τις θέσεις εργασίας, η δημόσια υγεία και παιδεία αλλά και κάθε μορφή κοινωνικού κράτους θυσιάζονται στον βωμό των εσόδων των τοκογλύφων, ενώ ταυτόχρονα γίνεται πλιάτσικο και ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας.
Αναμφισβήτητα, λόγω του δημοσίου χρέους και του κοινού νομίσματος, οι εργαζόμενοι υποφέρουν χωρίς να υπάρχει προοπτική και φως στο τούνελ. Ταυτόχρονα, η Ελλάδα καλείται να βγει από την κρίση μη διαθέτοντας τα απαραίτητα εργαλεία οικονομικής πολιτικής για να σταθεροποιήσει την οικονομία της, καθώς η δομή του ευρώ είναι αυτοκρατορική και οι ισχυρές χώρες -κυρίως η Γερμανία- κυριαρχούν οικονομικά, πολιτικά και διπλωματικά. Η εκάστοτε κυβέρνηση είναι αδύνατον, αν δεν απεμπλακεί από αυτόν τον φαύλο κύκλο, να αντιδράσει μπροστά στην καταστροφή, αφού δεν έχει οικονομική κυριαρχία. Δεν γίνεται να διαπραγματευτεί με αυτόν που την ελέγχει και την απειλεί διαρκώς με διακοπή των δόσεων.
"Εάν η Ελλάδα συνεχίσει να έχει αυτόν τον όγκο χρέους και αν συνεχίσει μέσα στην πολιτική του δεύτερου Μνημονίου, είναι καταδικασμένη. Δεν θα υπάρξει ανάπτυξη και θα ενταθεί η ύφεση. Θα περάσουμε σε μία διαδικασία μαρασμού. Αυτή είναι η πραγματικότητα εάν συνεχίσουμε εδώ που είμαστε. Εάν θα φύγουμε από το ευρώ πιστεύω ότι θα ακολουθήσει καταιγίδα, αλλά η παραμονή στο ευρώ είναι αργός θάνατος. Αυτό που έχει μπροστά της η χώρα μας είναι μία σκληρή απόφαση", υπογραμμίζει χαρακτηριστικά ο καθηγητής Οικονομικών στο πανεπιστήμιο SOAS του Λονδίνου Κώστας Λαπαβίτσας. Και φυσικά δεν είναι ο μόνος…
Είναι θέμα χρόνου η μνημονιακή κυβέρνηση της βίαιης φτωχοποίησης του λαού και του ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας να αποτελέσει παρελθόν μαζί με τα Μνημόνιά της, καθώς ολοένα και περισσότεροι πολίτες κατανοούν ότι δεν είναι λογικό αυτοί που μας έφεραν στην κατάσταση που βρισκόμαστε σήμερα να περιμένουμε να θεραπεύσουν το πρόβλημα. Το Ενωτικό Κοινωνικό Μέτωπο, ο ΣΥΡΙΖΑ θα κληθεί τότε να αναλάβει και να διαχειριστεί μια κατάσταση που, για να αντιμετωπιστεί, χρειάζεται ριζικές πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές. Είναι βέβαιο πως συνέχιση της χρηματοδότησης, σε περίπτωση που μια κυβέρνηση της Αριστεράς ακυρώσει το Μνημόνιο, δεν θα υπάρχει και όποιος ισχυρίζεται το αντίθετο απλώς εμπαίζει τους πολίτες.
Το πρωτογενές έλλειμμα θα παραμείνει, οι τράπεζες θα είναι και με τη βούλα χρεοκοπημένες, ενώ οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις θα χρειαστούν χρόνο και χρήματα που δεν υπάρχουν. Έτσι, εκ των πραγμάτων, η έξοδος από το ευρώ και η εφαρμογή μιας αυτόνομης εθνικής οικονομικής πολιτικής θα είναι μονόδρομος, γι' αυτό και είναι αναγκαίο ο ΣΥΡΙΖΑ να έχει έτοιμο ένα εναλλακτικό "σχέδιο".
Όσο καλύτερα είναι προετοιμασμένη γι' αυτό το πολύ πιθανό ενδεχόμενο η κυβέρνηση της Αριστεράς, τόσο μικρότερο θα είναι το κόστος για τον λαό. Η έξοδος από την Ευρωζώνη και η επιστροφή στη δραχμή έχει φυσικά τίμημα, αλλά αυτό θα είναι μικρότερο από τη λύση που επιχειρείται τώρα, ανακουφίζοντας τον κόσμο της εργασίας και πλήττοντας τα συμφέροντα των τραπεζών και του κεφαλαίου.
Το ελληνικό καράβι με τη σημαία του ευρώ έπεσε στα βράχια. Το πώς θα το εγκαταλείψουμε χωρίς να πνιγούμε είναι μια δύσκολη υπόθεση, γι' αυτό το λόγο είναι απαραίτητο η αποχώρηση να γίνει με σχέδιο. Η έξοδος δεν προϋποθέτει κατ' ανάγκην πτώση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων, όχι μόνο γιατί η αύξηση της απασχόλησης ενισχύει τα ταμεία και το κοινωνικό κράτος και άρα και τις συντάξεις, και ούτε μόνο γιατί η μείωση της ανεργίας από μόνη της αυξάνει το βιοτικό επίπεδο, αλλά και γιατί τίποτε δεν απαγορεύει και την ουσιαστική αύξηση των μισθών.
Σε αυτήν την περίπτωση έχει σημασία το ποιος κυβερνά και το τι είδους πολιτική εφαρμόζει. Αν η Ελλάδα βγει από την ΟΝΕ με πρωτοβουλία της κυβέρνησης της Αριστεράς και έχοντας σαν σύμμαχο τον λαό, θα αποφευχθεί η επιδείνωση της ύφεσης, θα υπάρξει πραγματική ανάπτυξη και θα ενεργοποιήσει τους εργαζόμενους σε ολόκληρη την Ευρώπη, δίνοντας το έναυσμα για αντίσταση στα σχέδια των διεθνών τοκογλύφων. Η αριστερή κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, μπορεί να γίνει απαρχή μεγάλων προοδευτικών εξελίξεων, αν κάνει τις σωστές για τον κόσμο της εργασίας επιλογές. Ας μην ξεχνάμε όμως πως σε περιόδους όπου η οικονομική ύφεση συναντά την πολιτική κρίση, όταν η Αριστερά δεν μπορεί να πείσει, θριαμβεύει ο φασισμός. Αυτό έχουμε δει και παλαιότερα στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, αλλά το βλέπουμε και σήμερα.
Συμπερασματικά, η επιβίωση του λαού με βάση τις υπάρχουσες συνθήκες είναι αδύνατη. Η ακολουθούμενη πολιτική δανεισμού με παράλληλη αύξηση των φόρων και συρρίκνωση της οικονομίας δεν μπορεί να οδηγήσει σε καμία έξοδο από την κρίση χρέους. Είναι αναγκαίο να αναδειχθεί από την Αριστερά ένα διαφορετικό οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο. Διαφορετικά υπάρχει ο κίνδυνος να εξαθλιωθεί ο λαός σε ανεπανόρθωτο βαθμό και να ευνοηθούν οι δυνάμεις που επιδιώκουν φασιστικές μεθόδους διακυβέρνησης. Υπάρχουν ιστορικές περίοδοι στις οποίες "μια στιγμή ενσωματώνει 20 χρόνια εξέλιξης". Θεωρώ ότι τέτοια χαρακτηριστικά έχει η περίοδος που διανύουμε, στην οποία ο ιστορικός και πολιτικός χρόνος είναι εξαιρετικά συμπυκνωμένος. Οι δισταγμοί του χθες σήμερα είναι ανεπίκαιροι και αύριο καταστροφικοί.
ΥΓ.: Όπως προανέφερα, η σχετική συζήτηση περί "ευρώ και δραχμής" το τελευταίο διάστημα έχει "φουντώσει" για τα καλά: σε διεθνές επίπεδο, στο εγχώριο πολιτικό σκηνικό, σε ακαδημαϊκούς κύκλους, εντός των τειχών του ΣΥΡΙΖΑ, παντού. Σ' αυτόν τον διάλογο ο καθένας μας -και πόσο μάλλον τα στελέχη και μέλη του τελευταίου- οφείλει να διατυπώσει τις όποιες απόψεις του νηφάλια, γόνιμα, δημιουργικά, χωρίς απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς και δαιμονολογίες.
Ας μη σπεύδουν λοιπόν κάποιοι σύντροφοι και συντρόφισσες να προσπαθούν να φιμώσουν τον εσωκομματικό διάλογο που έχει ανοίξει, απαξιώνοντας ως "επιπόλαιες και ανιστόρητες προσεγγίσεις" τις φωνές που ακούγονται για επιστροφή στη δραχμή ή κινδυνολογώντας ότι "λογικές εξόδου από το ευρώ είναι προσφορά λεηλασίας του ελληνικού λαού στους δανειστές", τη στιγμή μάλιστα που επίκειται συνέδριο, όπου φυσικά όλα τα θέματα θα τεθούν ανοιχτά επί τάπητος και θα ληφθούν οι δεσμευτικές αποφάσεις. Μια τέτοια συμπεριφορά δεν τους τιμά αλλά και δεν συνάδει με τον χώρο της ριζοσπαστικής Αριστεράς, τον οποίο ίσως ορισμένοι νεοεισελθέντες δεν έχουν ακόμη γνωρίσει καλά…
*Ο Γιάννης Λαγουδάκης ήταν υποψήφιος βουλευτής Β' Πειραιά με τον ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογικές αναμετρήσεις του Μάη και του Ιούνη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου