Ο Πύργος των Ανέμων, το Ορολόγιο του Ανδρόνικου, ο ναός του Αιόλου ή απλώς « Αέρηδες», όπως αποκαλείται και σήμερα το οικοδόμημα από τους Αθηναίους, έχει χωρίς αμφιβολία εξέχουσα σημασία μεταξύ των αρχιτεκτονημάτων της αρχαίας Αθήνας αλλά κι ολόκληρης της Ελλάδας.
Το οικοδόμημα βρίσκεται στους πρόποδες της Ακρόπολης, ανατολικά της Ρωμαϊκής Αγοράς, πάνω από τα ερείπια της οποίας υψώνεται επιβλητικά.
Ο Πύργος των Ανέμων αναφέρεται στην αρχαιότητα τρεις φορές -στα κείμενα του Ρωμαίου μηχανικού Βιτρούβιου και του εγκυκλοπαιδιστού Βάρρωνος, όπως και σε επιγραφή- και απολαμβάνει της προσοχής εξίσου με τούς ναούς του ιερού βράχου από τους ταξιδιώτες των νεότερων χρόνων. Οι πρώτες περιγραφές των νεότερων χρόνων προέρχονται από τo 15ο αιώνα, ενώ από το 17ο άρχισαν τα δημοσιεύματα και οι απεικονίσεις του οικοδομήματος και στα πρώτα σχεδιαγράμματα της πόλης εξαίρεται ιδιαιτέρως. Ο ασυνήθιστος ρυθμός του, η εξαιρετικά καλή κατάσταση στην οποία διατηρείται και η γραφική του χρήση ως τεκέ - χώρου συνάθροισης των δερβίσηδων που χορεύουν - του προσδίδουν ιδιαίτερη γοητεία, που αντικατοπτρίζεται σε πολυάριθμες σύγχρονες αναπαραστάσεις. Ασύγκριτες όσον αφορά την πιστότητα των λεπτομερειών είναι κυρίως οι εικόνες του αρχαιοδίφη Εντ. Ντόντγουελ στις αρχές του 19ου αιώνα.
Περιμετρική άποψη του Ωρολογίου του Ανδρόνικου, των γνωστών «Αέρηδων», ενός από τα πιο εκλεκτικιστικά αρχιτεκτονικώς μνημεία της αρχαιότητας.
Το οικοδόμημα περιελήφθη τελικώς και στη σύγχρονη του κεντροευρωπαϊκού κλασικισμού αρχιτεκτονική και, αποτέλεσε θέμα αντιγραφής είτε εξ ολοκλήρου είτε τμηματικώς. Δεν μπορεί να παραβλέψει ούτε και τη σημασία που απέκτησε ο Πύργος για το σχεδιασμό της Νέας Πόλεως των Αθηνών: ένας εκ των τριών κυρίων αξόνων που χαράκτηκαν δια μέσου της δαιδαλώδους παλαιάς Πόλεως , έχει προσανατολιστεί σ’ αυτόν και συνεπώς φέρει την ονομασία οδός Αιόλου. Η επιστημολογική ενασχόληση με το συγκεκριμένο οικοδόμημα υπήρξε ωστόσο ιδιαιτέρως επιφυλακτική, ξεκινώντας, όπως συνέβη και σε πολλές άλλες περιπτώσεις, με τις δημοσιεύσεις των Τζ. Στιούαρτ και Ν. Ρέβετ πριν από περίπου δυόμισι αιώνες. Το καθαρό σχήμα του Πύργου, η καλή του κατάσταση και τα εντυπωσιακά σχέδια των δύο καλλιτεχνών δημιούργησαν προφανώς την εντύπωση πως δεν υπήρχαν πλέον άλλες απορίες αναπάντητες.
Το οικοδόμημα παρέμεινε μέχρι την παρούσα νέα μελέτη σχεδόν απαρατήρητο.
Η κάτοψη του Πύργου αποτελείται από ένα κανονικό οκτάγωνο με μήκος πλευρών περίπου 3,25 μ. Σε αυτό το αυστηρό σχέδιο του κυρίως οικοδομήματος έχουν προστεθεί τρεις επεκτάσεις. Η δυνατότητα συνδυασμού ενός οκταγώνου με τρεις προεκτάσεις εδραιώνει την άποψη ότι πρόκειται για ένα τολμηρό κατασκεύασμα. Ο συνδυασμός πέτυχε μια τόσο αρμονική μορφή που υπογραμμίζει τις ικανότητες του αρχιτέκτονα. Πρέπει να τονιστεί ότι το κυρίως κτιριακό σώμα αποκτά με αυτές τις τρεις προσθήκες έναν άξονα ακριβείας με κατεύθυνση από Βορρά προς Νότο. Η ευθυγράμμιση είναι τόσο ακριβής, ώστε δεν έχει ακόμη διαπιστωθεί πώς πραγματοποιήθηκαν οι τότε μετρήσεις, για τις οποίες σήμερα είναι απαραίτητα σύγχρονα οπτικά όργανα. Κατά τ' άλλα, ο σχεδιασμός ενός οκταγώνου δεν ενέχει άλλες δυσχέρειες, το σχήμα είναι δυνατόν να επιτευχθεί με απλές βασικές γνώσεις γεωμετρίας, όπως επίσης με χάρακα και διαβήτη χωρίς παρεκκλίσεις.
Την αρχιτεκτονική του χαρακτηρίζει ένα εξαιρετικά καθαρό σχήμα, που τονίζεται από το γεγονός πως ολόκληρο το οικοδόμημα από τα θεμέλια έως τη στέγη έχει κατασκευαστεί από πεντελικό μάρμαρο λεπτής επεξεργασίας. Ο εντυπωσιακός ψηλός χωρίς παράθυρα Πύργος υψώνεται επάνω σε βάση τριών βαθμίδων, οι τοίχοι του έχουν μόνον ένα απλό ημικύκλιο στο κάτω μέρος και ένα εξίσου απλό λεσβιακό κυμάτιο ως επιστέγασμα. Την προσοχή προκαλούν επίσης και τα εντελώς διαφορετικά ύψη των εκάστοτε στρώσεων, μία ιδιαιτερότητα που δεν παρατηρείται πουθενά αλλού στην αρχαία ελληνική αρχιτεκτονική. Μένει ακόμη να διαλευκανθεί ποια (αρχιτεκτονική) σύλληψη βρίσκεται πίσω απ' αυτή τη φαινομενική «αταξία»• σαφής είναι μόνον ο ρόλος των τριών λεπτών στρώσεων, που λειτουργούν ως συνδετικά στοιχεία στη σταθεροποίηση του τοίχου και συγχρόνως τον διαιρούν εξωτερικώς και εσωτερικώς σε τρεις ζώνες.
Δεν έχει ακόμη διαπιστωθεί πώς έγιναν οι τότε μετρήσεις, για τις οποίες σήμερα είναι απαραίτητα σύγχρονα οπτικά όργανα
Η σημασία αυτών των τριών ζωνών του τοίχου δεν έχει ακόμη διαλευκανθεί, προφανές όμως είναι πως η ανώτερη ζώνη καταλαμβάνεται από ηλιακά ωρολόγια, των οποίων οι γραμμές διακρίνονται ακόμη καλώς. Τα ηλιακά ωρολόγια έχουν χαραχθεί και στους οκτώ τοίχους, ακόμη και στην καθαρή βόρεια πλευρά, η οποία το καλοκαίρι βρίσκεται στον ήλιο περίπου δύο ώρες το πρωί, ενώ το απόγευμα περίπου τέσσερις ώρες. Αυτά τα ηλιακά ωρολόγια είναι τα μεγαλύτερα γνωστά από την αρχαιότητα, που βρίσκονται σε κάθετους τοίχους. Και δεν χρήζει ιδιαίτερης μνείας πως η κατασκευή τους δεν είναι δυνατόν να ολοκληρωθεί χωρίς τις ανάλογες θεωρητικές γνώσεις.
Επάνω από τα ηλιακά αυτά ωρολόγια ακολουθεί μία στεφάνη με διάζωμα, που θεωρείται ως επιστέγασμα του τοιχίου -μία ζώνη ανάγλυφων με τους οκτώ θεούς του ανέμου, που προσδίδουν στον Πύργο τον ουσιαστικό του χαρακτήρα και του έδωσαν και την ονομασία του. Οι άνεμοι παρουσιάζονται ανθρωπομορφικά ως άνδρες διαφόρων ηλικιών, ενδεδυμένοι κατά διαφορετικό μεταξύ τους τρόπο και κοσμημένοι από ένα χαρακτηριστικό που διασαφηνίζει την ιδιότητα του καθενός. Και οι οκτώ άνδρες είναι φτερωτοί και ίπτανται με ισορροπημένες κινήσεις και με κατεύθυνση αντίθετη προς τη φορά των δεικτών του ωρολογίου. Στη στενή ζώνη επάνω από τους ανέμους είναι χαραγμένο το όνομα του καθενός και επάνω από μια σειρά κυματίων η άκρη της στέγης με λεοντόμορφες υδρορροές ολοκληρώνει τελικώς την άποψη του τοιχίου.
Εντελώς ασυνήθιστη είναι η ίδια η οροφή. Αποτελείται από μεγάλες σφηνοειδείς μαρμάρινες πλάκες που ακουμπούν σε μία στρογγυλή κεντρική πέτρα. Σε κάθε πλευρά έχουν τοποθετηθεί τρεις πλάκες, οι οποίες στους αρμούς τους καλύπτονταν από μάρμαρο -που σήμερα έχουν αντικατασταθεί από πήλινα κεραμίδια. Η εξωτερική μορφή της οροφής αντιστοιχεί σε εκείνην μιας οκτάγωνης πυραμίδας -σχήμα ιδανικό ως άνω κατάληξη ενός οικοδομήματος πρισματικού. Όσο απλός κι αν είναι ο σχεδιασμός του τόσο πολύπλοκη είναι η στατική δομή και κυρίως η τεχνική διαδικασία τοποθέτησης. Πάντως σίγουρο είναι ότι η οροφή κατασκευάστηκε στο έδαφος και τοποθετήθηκε τμηματικώς στο οικοδόμημα. Οι μεμονωμένες πλάκες ακουμπούν στον εξωτερικό τοίχο και στην κυκλική τελική πέτρα. Οι σημαντικές δυνάμεις ώσης, που δημιουργούνται σε μια παρόμοια κατασκευή, εξισορροπούνται από τις πλάκες στην άκρη της στέγης, που έχει κατασκευαστεί ως «σενάζι» και συγκρατεί την οροφή.
Για το σκοπό αυτό οι λίθοι στην άκρη της στέγης έχουν τριπλούς συνδέσμους.
Από το τελικό κιονόκρανο της οροφής σήμερα σώζεται μόνον ένα θραύσμα, όπου όμως διατηρούνται σημαντικές λεπτομέρειες. Αυτό διαθέτει κάλαθο με φύλλα ακάνθου και είναι οκτάγωνο. Πρόκειται για σύνηθες κορινθιακό κιονόκρανο, επί του οποίου -κατά τον Βιτρούβιο- ήταν στερεωμένος ένας Τρίτωνας που χρησίμευε ως ανεμοδείκτης. Η από τον Βάρρωνα ΙΙI 5,17 διατυπωθείσα άποψη, ότι η κατεύθυνση του ανέμου ήταν δυνατόν να αναγνωσθεί και από το εσωτερικό του Πύργου, μάλλον δεν ευσταθεί. Εφ’ όσον το σπάραγμα του κιονόκρανου δεν φέρει πουθενά ίχνη διάτρησης, δεν φαίνεται να υπήρχε σύνδεση των εξωτερικών πλευρών με το εσωτερικό.
Για την αρχιτεκτονική του Πύργου δεν είχε βρεθεί σε ολόκληρη την ελληνική ιστορία καμία περίπτωση προς σύγκριση
Όλα αυτά σχετίζονται με τον κυρίως Πύργο. Όσον αφορά τις προσθήκες, εκεί μπορεί να γίνει διαχωρισμός μεταξύ των δύο Προπύλων και της στρογγυλής προσθήκης. Τα Πρόπυλα, που σήμερα διατηρούνται μόνον αποσπασματικά, τα χαρακτηρίζει ένα αέτωμα, που ενώνεται με το τοιχίο και στηρίζεται σε δύο κίονες. Από τους τέσσερις κίονες σώζονται σήμερα μόνον κατάλοιπα τριών σύμφωνα με τον Στιούαρτ μάλιστα, οι δύο δυτικοί στην αρχική τους θέση. Οι κίονες είναι μονόλιθοι, διαθέτουν 20 ραβδώσεις και, παραδόξως, πατούν απ" ευθείας επάνω στις βαθμίδες του δαπέδου χωρίς ενδιάμεση βάση. Πέραν τούτων σώζονται σημαντικά θραύσματα του θριγγού από το ΒΔ Πρόπυλο. Εάν λάβει κανείς υπόψη του τα ίχνη εργασιών στους τοίχους των θυρών, προκύπτει μία πιστή αναπαράσταση, που ανταποκρίνεται με ακρίβεια σ’ εκείνην που σχεδίασαν οι Στιούαρτ και Ρέβετ. Τέλος, μένει ν’ αναφερθούμε στο άνοιγμα της θύρας, σαφώς δωρικού ρυθμού, ενώ ο θριγγός του Πρόπυλου είναι ρυθμού κορινθιακού - συνδυασμός που ταιριάζει κατά τον καλύτερο τρόπο στον εκπληκτικό αρχιτεκτονικό εκλεκτικισμό του Πύργου.
Όσο σαφής είναι η λειτουργικότητα των Προπύλων - αποτελούσαν τις δύο προσβάσεις στον Πύργο- τόσο η τρίτη προσθήκη στη νότια πλευρά χρήζει ιδιαίτερης ερμηνείας. Η προσθήκη έχει σχήμα στρογγυλού κυλίνδρου, ο οποίος - λίγο μεγαλύτερος από ένα ημικύκλιο - έχει προστεθεί στο νότιο τοιχίο. Η λειτουργικότητά του σχετίζεται προφανώς με το υδραυλικό ωρολόγιο, που ήταν τοποθετημένο στο εσωτερικό του Πύργου. Εδώ βρισκόταν και η, αναγκαία για τη λειτουργία του ωρολογίου, δεξαμενή νερού. Όπως και τα Πρόπυλα, και αυτή η προσθήκη έχει καταστραφεί σε μεγάλο βαθμό. Πληροφορίες γι’ αυτήν παίρνουμε μόνον από τα ίχνη εργασιών στο νότιο τοιχίο. Σημαντική είναι και η παρατήρηση, πως στον εξωτερικό τοίχο της στρογγυλής προσθήκης είναι χαραγμένο και ένα ένατο ηλιακό ωρολόγιο, του οποίου ο τρόπος λειτουργίας δεν έχει ακόμη διασαφηνιστεί.
Η εξωτερική μορφή του Πύργου είναι μοναδική κι εξίσου ασυνήθιστο είναι και το εσωτερικό του. Οι τοίχοι, που με τις προαναφερθείσες συνδετικές στρώσεις εμφανίζουν εσοχές, παρουσιάζουν την εξής διάρθρωση: η πρώτη ζώνη καλύπτεται από ένα απλό γείσο, η επόμενη ζώνη από ένα γείσο με φορούσια και η τρίτη από μία απλή ταινία. Σε αντίθεση με τα γείσα, που ακολουθούν σχήμα οκταγώνου, η τρίτη ταινία μετατρέπει το οκτάγωνο σε κανονικό κύκλο. Έτσι στις γωνίες σχηματίζονται μικρά τριγωνικά πλατύσκαλα, όπου βρίσκονται τοποθετημένοι δωρικοί κιονίσκοι, οκτώ τον αριθμό, οι οποίοι φέρουν επιστύλιο και εκεί επάνω στηρίζονται οι 24 πλάκες της οροφής.
Από το υδραυλικό ωρολόγιο δεν σώζεται τίποτε και την ύπαρξη του συμπεραίνουμε μόνον από εγκοπές στο δάπεδο
Ανεξάρτητα από την προαναφερθείσα διάρθρωση το εσωτερικό του Πύργου καθορίζεται σήμερα αφ’ ενός από το Mihrab, μια κόγχη προσευχής και διαλογισμού, στραμμένη προς ΝΑ - χαρακτηριστικό που τονίζει ακριβώς τη χρήση ίου Πύργου κατά την οθωμανική εποχή- αφ' ετέρου από ένα άνοιγμα στην κάτω ζώνη του νότιου τοίχου. Η οπή αυτή έχει επανειλημμένως αποτελέσει αντικείμενο προβληματισμών και υποθέσεων. Επειδή συνιστά τη μοναδική πρόσβαση προς τη στρογγυλή προσθήκη, συσχετίστηκε με το μηχανισμό της κλεψύδρας, δηλαδή του υδραυλικού ωρολογίου. Έχει ήδη αναφερθεί πως η δεξαμενή νερού για το ωρολόγιο ήταν πράγματι εγκατεστημένη στο χώρο της προσθήκης, εξίσου σίγουρο όμως θεωρείται επίσης πως αυτό το άνοιγμα στον τοίχο δεν μπορεί να αποτελούσε τμήμα του αρχικού οικοδομήματος, αλλά συντελεί «λύση ανάγκης». Αναμφίβολα, ο νότιος τοίχος υπήρξε αρχικώς συμπαγής και προς την προσθήκη δεν υπήρχε πρόσβαση μετά την αποπεράτωση της.
Η ουσιαστική και μάλλον μοναδική λειτουργικότητα του εσωτερικού του Πύργου δεν ήταν παρά ν' αποτελέσει το απαιτούμενο περίβλημα για το υδραυλικό ωρολόγιο, από το οποίο, φυσικά, δεν σώζεται τίποτε και την ύπαρξη του συμπεραίνουμε μόνον από εγκοπές στο δάπεδο. Αυτές γίνονται αντιληπτές εξ αρχής στον επισκέπτη και διακρίνονται σαφώς σε τρεις κατηγορίες: στις ευθύγραμμες εγκοπές, τις κυκλικές και σε μία κεντρική οπή με τρεις ελλειψοειδείς εσοχές. Απλή να ερμηνευθεί και με επιβεβαίωση από σχετικά ευρήματα είναι η κυκλική εγκοπή, στην οποία ήταν τοποθετημένο ένα μαρμάρινο κάγκελο. Με αυτό κρατούνταν ελεύθερος ο χώρος του κεντρικού κύκλου στο εσωτερικό του Πύργου, ώστε ο επισκέπτης μπορούσε να προσεγγίσει το ωρολόγιο μόνον μέχρι το σημείο αυτό. Σαφής είναι επίσης και ο ρόλος των ευθύγραμμων αυλακώσεων, όπου σίγουρα ήταν τοποθετημένοι μολύβδινοι σωλήνες μεταφοράς του νερού που ήταν απαραίτητο για τη λειτουργία του ωρολογίου. Όμως η χονδροειδής κατασκευή των αυλακώσεων αυτών μαρτυρά ότι αυτοί μπορεί να είναι μόνον μεταγενέστεροι και φαίνεται πως κατασκευάστηκαν σε σχέση με το άνοιγμα στο νότιο τοίχο, ενώ η αρχική εγκατάσταση βρισκόταν σε υπόγειο αγωγό. Σίγουρη είναι επίσης η ερμηνεία των τριών ελλειψοειδών εσοχών, το σχήμα των οποίων αναμφισβήτητα οδηγεί στο συμπέρασμα πως αποτελούσαν βάσεις αγαλμάτων, για τις μορφές όμως των οποίων μέχρι στιγμής δεν είναι τίποτε γνωστό.
Περισσότερο ενδιαφέρον ενέχει, φυσικά, η αναπαράσταση του ίδιου του υδραυλικού ωρολογίου, το οποίο κατά τα φαινόμενα βρισκόταν τοποθετημένο στο κέντρο της αίθουσας επάνω από τη στρογγυλή οπή. Από το ωρολόγιο το ίδιο δεν έχει σωθεί τίποτε, ωστόσο μια ιδέα μας δίνει η αναπαράσταση ενός ωρολογίου που περιγράφεται από τον Κτησίβιο τον Αλεξανδρινό. Ανεξαρτήτως της εμφάνισης ενός τέτοιου ωρολογίου, η αρχή κατασκευής και λειτουργίας του μπορεί να περιγραφεί ως εξής: μια πηγή τροφοδοτεί μια δεξαμενή κι αυτή με τη σειρά της τροφοδοτεί ένα άλλο δοχείο, που προσφέρει την απαραίτητη πίεση. Η ροή προς αυτήν ρυθμίζεται κατά τρόπον ώστε να διατηρείται μία σταθερή στάθμη νερού. Από το «πιεστικό» το νερό μεταφέρεται προς το κυρίως ωρολόγιο. Ο ωρολογιακός μηχανισμός αποτελείται από ένα δοχείο, όπου η στάθμη του νερού ανεβαίνει από το εισερχόμενο νερό. Η στάθμη πάλι ανυψώνει έναν πλωτήρα συνδεδεμένο με ένα δείκτη, ο οποίος δείχνει την ώρα επάνω σε μία κλίμακα. Η θεωρία, λοιπόν, πως στον Πύργο των Ανέμων βρισκόταν ένας ωρολογιακός μηχανισμός που έδειχνε εγγυημένα την ώρα και ήταν τόσο εντυπωσιακός όσο και το πρότυπο του Κτησίβιου, μπορεί να ευσταθεί, πώς όμως ήταν στην πραγματικότητα, μάλλον δεν είναι δυνατόν πλέον να διαπιστωθεί, αφού μοναδικά στοιχεία αξιολόγησης δεν είναι παρά τα ίχνη εργασιών στο δάπεδο του οικοδομήματος. Έτσι δεν μπορεί πλέον να διευκρινιστεί και το ερώτημα, αν με το μηχανισμό καταμετριούνταν οι ώρες της ημέρας κατά την αρχαία παράδοση με διαφορετική διάρκεια.
Για την αρχιτεκτονική του Πύργου δεν έχει βρεθεί σε ολόκληρη την ελληνική ιστορία καμία περίπτωση προς σύγκριση. Βεβαίως, η επιλογή ενός οκταγώνου προκειμένου να αναπαρασταθούν οι οκτώ κατευθύνσεις του ανέμου - το σχήμα ενός πρίσματος - θυμίζει στην αυστηρότητα της μάλλον τις αιγυπτιακές πυραμίδες, όμως στην Ελλάδα είναι μοναδικό. Και προκύπτει το ερώτημα, τι σκεφτόταν στην αρχή των εργασιών του ο αρχιτέκτων: το ιδανικό οικοδόμημα ή τη λειτουργικότητα που έπρεπε να έχει η κατασκευή, δηλαδή την παρουσίαση των οκτώ ανέμων με όσο το δυνατόν εντυπωσιακότερο τρόπο; Κατά τ’ άλλα ο Πύργος δεν φαίνεται να πληρούσε κανέναν άλλο σκοπό παρά εκείνον ενός επισήμου ωρολογίου, ένα μνημείο χτισμένο προς τέρψιν των οφθαλμών των πολιτών κατ προς ενημέρωση τους για τα επιτεύγματα των φυσικών επιστημών και - γιατί όχι - για να τους καθιστά υπερήφανους ως πολίτες των Αθηνών.
Δεν γνωρίζουμε αν με το μηχανισμό καταμετριούνταν οι ώρες της ημέρας, κατά την αρχαία παράδοση, με διαφορετική διάρκεια
Το ζήτημα, εάν ένα παρόμοιο οικοδόμημα ανεγέρθηκε από το δήμο, είναι υπό αμφισβήτηση• μάλλον πρέπει να υποθέσουμε την ύπαρξη κάποιου χορηγού, του οποίου το όνομα παραμένει μέχρι στιγμής άγνωστο. Σ' αυτήν την περίπτωση πρέπει να υποθέσουμε και την ύπαρξη κάποιας αναθηματικής επιγραφής που μάλλον θα ήταν τοποθετημένη στη στρογγυλή επέκταση του Πύργου, αφού εκεί δεν θα διατάρασσε τη συμμετρία αλλά κατ επειδή η νότια πλευρά - στραμμένη προς τον περιφερειακό της Ακροπόλεως δακτύλιο - αποτελούσε και την κύρια πλευρά του Πύργου. Το οικοδόμημα - σύμφωνα με την αναφορά του Βιτρούβιου και κυρίως του Βάρρωνος- πρέπει να χτίστηκε πριν από το 37 π.Χ. Ο κλάδος των ειδικών έχει συγκλίνει μέχρι τώρα σε μια χρονολογία πολύ κοντινή στην ανωτέρω, τοποθετώντας την ανέγερση του Πύργου στα μέσα του 1ου αιώνα π.Χ. Ωστόσο πιθανότερο φαί-νεται ο Πύργος να ανεγέρθηκε κατά το 2ο αιώνα π.Χ., εποχή πολύ πιο πρόσφορη για παρόμοια τεχνικά «πειράματα» απ’ ό,τι οι αρχές της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Μετάφραση: Όλγα Κολιάτσου
Πηγή
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου